Εισήγηση του Πρόεδρου Απασχόλησης και Κοινωνικής Οικονομίας της ΚΕΔΕ Δημάρχου Ασπροπύργου κου Νικολάου Μελέτιου στο ετήσιο Συνέδριο.


Εάν αποφασίσετε την δημιουργία της δικής σας ΚοινΣΕπ και έχετε μια καλή ιδέα που πληροί τα κριτήρια του νόμου 4430/2016 ελάτε σε επαφή μαζί μας από εδώ για να σας βοηθήσουμε με την 10χρονη εμπειρία μας στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας και στην Δημιουργία άνω των 620 Επιτυχημένων ΚοινΣΕπ


meletiou
Συνέδριο Κ.Ε.Δ.Ε

Σιθωνία/Νέος Μαρμαράς Χαλκιδικής, 8 Μαΐου 2015

ΕΙΣΗΓΗΣΗ του ΠΡΟΕΔΡΟΥ

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΗΣ Κ.Ε.Δ.Ε

ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ, κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΕΛΕΤΙΟΥ

Αξιότιμε, κύριε Πρόεδρε της Κ.Ε.Δ.Ε.,

Αγαπητοί μου, Συναδέλφισσες και Συνάδελφοι,

το φετινό, Ετήσιο, Τακτικό Συνέδριό μας, πραγματοποιείται σε μια κρίσιμη συγκυρία, για την Πατρίδα μας και την Αυτοδιοίκηση. Σε μια στιγμή που, ιλιγγιώδη ερωτήματα, για το παρόν και το μέλος της Χώρας μας, αναμένουν απάντηση, τροφοδοτώντας ανάλογα, ακανθώδη ζητήματα για τους Δήμους της Χώρας, οι οποίοι είναι ο μόνος κοινωνικός πυλώνας που αντιστέκεται αποτελεσματικά στην πρωτόγνωρη ανθρωπιστική κρίση που πλήττει την ελληνική κοινωνία. Κι αυτή όμως, η οργανωμένη κι αποδοτική αντίσταση, που καταξιώνει καθημερινά τους ΟΤΑ πρώτου βαθμού, στη συνείδηση όλων των Ελλήνων, βλέπουμε πως τίθεται εν αμφιβόλω, μέσα από κυβερνητικές αποφάσεις, που πλήττουν καίρια τη δυνατότητά μας να στέκουμε αρωγοί και συμπαραστάτες των Δημοτών μας, που επλήγησαν από την πλημμυρίδα της ανεργίας και την πρωτοφανή οικονομική κρίση.

Φίλες και Φίλοι μου, σε αυτό το θολό τοπίο, είμαστε εδώ σήμερα, προκειμένου να συζητήσουμε διεξοδικά, ευκαιρίες και δυνατότητες, που κυρίως πηγάζουν από τη συμμετοχή της Χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και εκείνες τις δράσεις που μπορούμε να δρομολογήσουμε ως Δήμοι, με στόχο τη διαμόρφωση συνθηκών που μπορούν να ξαναβάλουν την Πατρίδα και τις τοπικές κοινωνίες στο δρόμο της πολυπόθητης Ανάπτυξης. Κι όταν μιλάμε για Ανάπτυξη ξέρουμε ότι, ο μόνος μοχλός επίτευξής της είναι η δραστική τόνωση της Απασχόλησης. Η δημιουργία και αξιοποίηση ευκαιριών, που θα διαμορφώσουν προοπτικές σταθερής και αποδοτικής εργασίας σε Συμπολίτες μας, ανατρέποντας το σκηνικό της απελπισίας και της απόγνωσης, μέσα στο οποίο, εν μέσω τρομερών δυσκολιών, απλώς επιβιώνουν, τα τελευταία πέντε (5) χρόνια.

Ανάμεσα λοιπόν, σε εκείνους τους τομείς, στους οποίους είμαστε υποχρεωμένοι να κινηθούμε, με όλες μας τις δυνάμεις, είναι δυο κομβικού χαρακτήρα κεφάλαια της Αυτοδιοίκησης, που αφορούν στο ρόλο καταλύτη που καλούμαστε να διαδραματίσουμε με επιτυχία, σε ό,τι αφορά στην Απασχόληση και την Κοινωνική Οικονομία. Πολύ απλά, διότι, κατέστησαν, μαζί με τους άλλους πυλώνες της κοινωνικής πολιτικής των Δήμων, τα σημαντικότερα βάθρα των τοπικών κοινωνιών, που αγωνίζονται να διατηρήσουν και να ενδυναμώσουν την κοινωνική συνοχή. Κι επιτρέψτε μου, στο σημείο αυτό, να επισημάνω, όχι γιατί δεν ακούστηκε ήδη, αλλά για το λόγο ότι, πρέπει να επαναλαμβάνεται διαρκώς, την πιο σημαντική πραγματικότητα, που αφορά στο μέγεθος της κοινωνικής κατάθεσης της Αυτοδιοίκησης του πρώτου βαθμού, στα χρόνια της κρίσης. Στο βαθμό της συνεισφοράς της στην πανεθνική προσπάθεια, για την αντιμετώπιση της πρωτόγνωρης ανθρωπιστικής κρίσης, που αντιμετωπίζει η Ελλάδα:

Κυρίες και Κύριοι, η αποτελεσματική προσαρμογή των Δήμων της Χώρας, στη βάση των νέων κοινωνικών δομών, που δημιουργήσαμε οι ΟΤΑ, χωρίς να αναμένουμε αν, πότε και πώς, θα τις στηρίξει και θα τις ενισχύσει η Πολιτεία, είναι ένας αυτοδιοικητικός άθλος, που απαντά καίρια στις προσδοκίες και τις ανάγκες του Πολίτη και αναδεικνύει την ανεκπλήρωτη υποχρέωση της Κεντρικής Εξουσίας, να δει -στην πράξη και ουσιαστικά- με άλλο μάτι τους Δήμους! Και τούτο, διότι, ο συγκεκριμένος άθλος, που ανέδειξε τα αντανακλαστικά της Αυτοδιοίκησης και τη δυνατότητά της να κινητοποιεί αποτελεσματικά τις τοπικές κοινωνίες, επιτεύχθηκε σε μια χρονική περίοδο που, η Πολιτεία προχωρούσε σε άγριες περικοπές των ήδη πενιχρών κονδυλίων, που θεσμοθετημένα δικαιούνται οι Δήμοι, με αποτέλεσμα, να εκμηδενίζονται -ουσιαστικά- οι δυνατότητές τους για αναπτυξιακό έργο. Και σε μια στιγμή που το Κράτος φόρτωνε τους Δήμους μας με πλήθος αρμοδιοτήτων, μέσω του «Καλλικράτη», χωρίς να τους παρέχει τους αντίστοιχους πόρους, για την άσκησή τους.

Σ΄ αυτό, λοιπόν, το ζοφερό, οικονομικό και κοινωνικό τοπίο, η Αυτοδιοίκηση του πρώτου βαθμού, όχι μόνο δεν κήρυξε αποχή, από τα κοινωνικά της καθήκοντα, αλλά έπραξε και πράττει το ακριβώς αντίθετο! Αγωνίστηκε και αγωνίζεται να αντιπαλέψει, υπερβαίνοντας κι αυτές, τις αντικειμενικές πραγματικότητες των τοπικών κοινωνιών, πρώτα και κύρια τη μάστιγα της ανεργίας, και κατ΄ επέκταση αλυσιδωτές, αρνητικές συνέπειες, της εκτόξευσής της, σε επίπεδα δυσθεώρητα και άκρως επικίνδυνα, για την κοινωνική συνοχή.

Αγαπητοί Συνάδελφοι, είναι σαφές ότι, οι Δήμοι της Χώρας, δεν διεκδικούμε δάφνες, για μια στάση που, όλοι οι αιρετοί της πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκησης θεωρούμε αυτονόητο καθήκον μας. Ωστόσο, επειδή η πραγματική συνεισφορά των ΟΤΑ πρώτου βαθμού, στην εθνική προσπάθεια, παρά τις άγριες περικοπές των οικονομικών τους, ήταν και παραμένει πολλαπλάσια, από πολλούς άλλους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, όπως ονομάζονται, έχουμε καθήκον ιερό, έναντι της χειμαζόμενης ελληνικής κοινωνίας, να αναδεικνύουμε καθημερινά, τις πραγματικές συνθήκες, υπό τις οποίες ανταποκρινόμαστε στον κοινωνικό μας ρόλο. Έχουμε υποχρέωση να αναδείξουμε, το πώς υπερασπιζόμαστε πλήθος κοινωνικών μεγεθών, αντισταθμίζοντας τη δραματική έλλειψη πόρων, απότοκο της έλλειψης συγκροτημένου, Εθνικού Σχεδίου Αντιμετώπισης των συνεπειών της Κρίσης, μέσα από εμπνευσμένες πρωτοβουλίες, που άνοιξαν και ανοίγουν διαρκώς δρόμους, στη Συμμετοχή, στην Αλληλεγγύη, στην Ανθρωπιά, στον Εθελοντισμό των Πολιτών.

Κυρίες και Κύριοι, κανένας από εμάς, που επιλέξαμε να διεκδικήσουμε την ευθύνη να συντονίζουμε το βηματισμό των Δήμων μας, την προσπάθεια πραγμάτωσης συλλογικών οραμάτων, στις τοπικές κοινωνίες, δεν δικαιούται να νιώθει έκπληξη, από τις διαστάσεις που προσέλαβε το πρόβλημα της ανεργίας, που πλήττει την ελληνική κοινωνία. Και τούτο, διότι, και προ κρίσης, όταν ακόμη οι δείκτες της ανεργίας δεν είχαν φθάσει στα δυσθεώρητα ύψη του σήμερα, όλοι αντιλαμβανόμασταν πως «κάτι δεν πάει καλά», με το σύστημα αντιμετώπισης της ανεργίας, ή αν θέλετε, με το πλαίσιο δημιουργίας ευκαιριών απασχόλησης. Ωστόσο, η έλευση της κρίσης, που -απ΄ ότι φαίνεται- «αγκυροβόλησε» για τα καλά στον Τόπο, μάς υποχρεώνει, σήμερα παρά ποτέ, να συνεκτιμήσουμε τα συμπεράσματα, από το προ κρίσης «χθες», αλλά και τις πραγματικότητες του ζοφερού τοπίου των τελευταίων πέντε (5) ετών. Μας επιβάλλει, να διεκδικήσουμε εκείνες, τις θεσμικές και άλλες αλλαγές, που θα μας επιτρέψουν να σταθούμε πραγματικοί, αποτελεσματικοί αρωγοί και συμπαραστάτες, στον αγώνα επιβίωσης που δίνουν οι αμέτρητοι Συμπολίτες μας, που προστέθηκαν τα τελευταία χρόνια στις ατέλειωτες λίστες των ανέργων της Χώρας.

Στο πλαίσιο του σημερινού Συνεδρίου, λοιπόν, η Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικής Οικονομίας, της οποίας έχω την τιμή να προεδρεύω, συζήτησε διεξοδικά και κατέληξε στις προτάσεις που θα μοιραστούμε μαζί σας. Αξιοποίησε τις προτάσεις και την εμπειρία όλων των φορέων της Αυτοδιοίκησης, και πρωτίστως, ειδικά για το κεφάλαιο της Κοινωνικής Οικονομίας, της Ελληνικής Εταιρείας Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης, η οποία ανοίγει δρόμους και αξιοποιεί ευκαιρίες. Στο πλαίσιο αυτό, μετά τις αλλεπάλληλες συνεδριάσεις της Επιτροπής και την από κοινού εξέταση των προτάσεων των Π.Ε.Δ. και των Δήμων, τις οποίες, μέχρι την τελευταία στιγμή, ο ομιλών μαζί με τον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής, τον συνάδελφο, Δήμαρχο Παλλήνης, κ. Αθανάσιο Ζούτσο, ενσωματώσαμε στην εισήγησή μας, ευελπιστούμε -και με τη δική σας συμβολή- να γίνει το εργαλείο που θα μας βγάλει από το σημερινό, θολό θεσμικό τοπίο, καθιστώντας τους Δήμους πρωταγωνιστές στα ζητήματα που αφορούν στην Απασχόληση και στην Κοινωνική Οικονομία.

Φίλες και Φίλοι μου, πρωταρχικά, η Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικής Οικονομίας, θέτει στην κρίση σας, το κορυφαίο ζήτημα, που αφορά στη σαφή και θεσμοθετημένη περιγραφή του ρόλου της Αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού, στο «Χάρτη της Απασχόλησης» της Χώρας μας. Είναι επιτέλους καιρός, να συμφωνήσει και η Πολιτεία σε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, που θα αποδίδει στους Δήμους, θεσμικά και όχι δυνητικά, το ρόλο που της αρμόζει, το ρόλο που απέδειξε πως δικαιούται, σε ό,τι έχει σχέση με το σχεδιασμό και την υλοποίηση πολιτικών Απασχόλησης. Ο ρόλος αυτός απαιτείται πλέον να αποτυπωθεί σε νόμο, που θα ξεκαθαρίζει, πώς και πού εμπλέκονται οι Δήμοι της Χώρας, στην προσπάθεια των Πολιτών που αναζητούν εργασία και των Επιχειρήσεων που αναζητούν εργαζόμενους.

Είναι επιτέλους η στιγμή να διαμορφώσουμε το πλαίσιο που θα καθορίζει, πώς ανταποκρινόμαστε, ως πρωτοβάθμια Αυτοδιοίκηση, στο αγωνιώδες αίτημα, των Συμπολιτών μας, για δουλειά, που -όπως όλοι γνωρίζουμε- πρώτα διατυπώνεται στον Δήμαρχο, πρώτα φθάνει στους Δήμους, και μετά σε οποιαδήποτε άλλη αρμόδια υπηρεσία. Είναι πιστεύουμε η ώρα να καθορισθεί επακριβώς, ένας νέος μηχανισμός ενημέρωσης, παροχής κατευθύνσεων, συμπαράστασης προς τους ανέργους, με τρόπο δυναμικό, που θα βάλει τέλος στη στατική, ας μου επιτραπεί η έκφραση, αντιμετώπιση της Ανεργίας, όπως τη γνωρίζουμε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Κι ας μη διαφεύγει της προσοχής κανενός, η αλήθεια ότι, για τους Δήμους, για τους Δημάρχους, για τις τοπικές κοινωνίες, το ζήτημα της Απασχόλησης του Συνδημότη δεν αφορά απλά αριθμούς και εκατοστιαίες αναλογίες. Είναι πρόβλημα που, όλοι εμείς αντιμετωπίζουμε, ως έκφραση της τοπικής Δημοκρατίας κι ως κοινωνία που στέκει αρωγός και συμπαραστάτης, στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο άνεργος Συμπολίτης μας. Είναι το ζήτημα που οδηγεί σε κινητοποίηση κι αναζήτηση, οι οποίες -σε πολλές περιπτώσεις- οδηγούν και σε υπερβάσεις. Που δίνουν λύσεις, τις οποίες δεν φαντάζεται καν κανένας αρμόδιος οργανισμός ή μηχανισμός.

Η Επιτροπή μας, λοιπόν, αξιολογώντας τα δεδομένα που διαμόρφωσε η παρατεταμένη κρίση, αλλά και τη σαφή δυσκολία των υφιστάμενων μηχανισμών της Πολιτείας, να ανταποκριθούν στις πραγματικές, εργασιακές και επιμορφωτικές ανάγκες των τοπικών κοινωνιών, στις ευκαιρίες και τις προκλήσεις κάθε τόπου, κατέληξε στην πρόταση, οι Δήμοι όλης της Χώρας, να καταγράψουν αρχικά, και στη συνέχεια, να επικαιροποιούν διαρκώς, τις πραγματικές ανάγκες της Απασχόλησης, αλλά και της Επαγγελματικής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, που έχει ο κάθε τόπος. Κι αυτή η καταγραφή, που συνιστά άμεση ανάγκη, θεωρούμε πως είναι εκείνο το βήμα, που θα αναδείξει λεπτομερώς το ¨Χάρτη της Εργασίας¨ ή αν προτιμάτε, για να είμαστε πραγματιστές, το ¨τοπίο της Ανεργίας¨, σε κάθε Δήμο της Χώρας. Στη βάση αυτής της καταγραφής, σύμφωνα με τα στοιχεία που θα ανταποκρίνονται στις τοπικές πραγματικότητες, είναι απαραίτητο να σχεδιάζονται, τόσο οι πολιτικές απασχόλησης όσο και οι στρατηγικές εκπαίδευσης, κατάρτισης και επιμόρφωσης των Πολιτών, εργαζομένων και ανέργων. Κι αυτό σηματοδοτεί την αναγκαία θεσμική αναδιάρθρωση, χωρίς την οποία είναι αντικειμενικά αδύνατη η ανάσχεση της ανεργίας.

Πρώτο, λοιπόν, αναγκαίο βήμα, σε επίπεδο θεσμικής αναδιάρθρωσης, είναι -πιστεύουμε- η ικανοποίηση του κορυφαίου αιτήματος της Αυτοδιοίκησης: Χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση, να προχωρήσει η άμεση αναδιάρθρωση του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (του Ο.Α.Ε.Δ.), με πρώτο, απαραίτητο βήμα, τη θεσμοθετημένη εκπροσώπηση της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Ε.) στο Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού. Μια εκπροσώπηση σε ρόλο συνδιαμορφωτή πολιτικών, κι όχι για να νομιμοποιεί με την παρουσία της αποφάσεις που λαμβάνονται χωρίς την παραμικρή γνώση των εξειδικευμένων αναγκών κάθε τόπου.

Ταυτόχρονα, αξιολογώντας, όσα επί μακρόν διαπιστώνουμε, ως εγγενείς δυσκολίες, δυσλειτουργίες και αστοχίες, των μηχανισμών στήριξης της Απασχόλησης, αλλά και την αρνητική εμπειρία των τελευταίων πέντε (5) ετών, αξιώνουμε από την Πολιτεία, χωρίς την παραμικρή χρονοτριβή, να προχωρήσει στη θεσμοθέτηση και λειτουργία Αποκεντρωμένων Υπηρεσιών Απασχόλησης, σε κάθε Δήμο που δύναται και το επιθυμεί να αναπτύξει τέτοια υπηρεσία. Υπό την απαραίτητη προϋπόθεση, να εξασφαλίσει την αναγκαία χρηματοδότηση, και εκείνα, τα επιπλέον κίνητρα, που θα μεγιστοποιήσουν το αποτέλεσμα του νέου θεσμού.

Είναι τα δύο, κορυφαία ζητήματα, στο διεκδικητικό μας πλαίσιο, όπως το επεξεργάστηκε η Επιτροπή μας. Με δεδομένη την αναγκαιότητα, μετά από τα πέντε (5) χρόνια της κρίσης, το ζήτημα της Απασχόλησης, της αποτελεσματικής αντιμετώπισης της Ανεργίας, να πάψει να είναι έρμαιο ευκαιριακών, αποσπασματικών πολιτικών, που εφαρμόζονται με γνώμονα τον πρόσκαιρο εντυπωσιασμό, που ευνοεί τα ημίμετρα.

Στο πλαίσιο αυτό, αξιώνουμε τη συνδιαμόρφωση, με τα συναρμόδια Υπουργεία, και όλους τους κοινωνικούς εταίρους, ¨Εθνικού Σχεδίου για τη Μείωση της Ανεργίας¨! Με πρωταγωνιστική συμμετοχή της πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκησης, αφού το συγκεκριμένο θέμα δεν αφορά μόνο στις ευκαιρίες απασχόλησης που δημιουργούν οι ΟΤΑ, αλλά -ταυτόχρονα- άπτεται και αυτής ταύτης της λειτουργίας των Δήμων μας, οι οποίοι αναγκάστηκαν να υποστούν αλόγιστη μείωση του προσωπικού τους, μέσω των οριζόντιων μέτρων και του κύματος συνταξιοδοτήσεων, απότοκο του κλίματος που διαμορφώθηκε γύρω απ΄ το Ασφαλιστικό.

Εξάλλου, με γνώμονα τη γνώση και την εμπειρία που αποκτήσαμε, από τη λειτουργία των Προγραμμάτων Κοινωφελούς Εργασίας, αξιώνουμε να θεσμοθετηθούν, η χρονική επέκταση των εν λόγω Προγραμμάτων, σε τουλάχιστον δώδεκα (12) μήνες κι η τμηματική -χρονικά- εφαρμογή τους, προκειμένου να υπηρετούνται οι ανάγκες των Δήμων και των τοπικών κοινωνιών. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε την κατάκτηση μας για τη διασφάλιση του ασφαλιστικού καθεστώτος των βαρέων και ανθυγιεινών στα προγράμματα της Κοινωφελούς Εργασίας του τρέχοντος κύκλου. Κάτι που αποτελούσε πάγιο αίτημα της Αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού, και φυσικά το θεωρούμε κεκτημένο και για την προκήρυξη των επόμενων προγραμμάτων.

Επιπλέον, στο ίδιο πλαίσιο, του Εθνικού Σχεδίου για τη Μείωση της Ανεργίας, είναι ανάγκη να τεθεί και το ζήτημα της αποτελεσματικής λειτουργίας των Τοπικών Σχεδίων για την Απασχόληση (των ΤΟΠΣΑ και των ΤΟΠΕΚΟ), τα οποία πρέπει να έχουν ως στόχο, στην πράξη και όχι στα λόγια, τη δημιουργία θέσεων σταθερής απασχόλησης. Και προϋποθέτουν, τη θεσμική απονομή του ρόλου συντονιστή Εταίρου, στους Δήμους, σε κάθε πρωτοβουλία που στοχεύει στην αντιμετώπιση των τοπικών αναγκών απασχόλησης.

Ταυτόχρονα όμως, οι Δήμοι, οι ΠΕΔ όλης της Χώρας και η ΚΕΔΕ, απαιτούμε από την Πολιτεία, την αποδοχή της πρότασής μας, για μια γενικευμένη και πιο ευέλικτη εφαρμογή Προγραμμάτων Αυτεπιστασίας, από τους Δήμους της Χώρας, τα οποία αποδίδουν πολλαπλά οφέλη, για τους Ανέργους, την Αυτοδιοίκηση, τις τοπικές αγορές, τις τοπικές κοινωνίες.

Όλα αυτά, βεβαίως, απαιτούν την άμεση διάθεση πόρων στους ΟΤΑ, οι οποίοι, εκτός των προαναφερθέντων, είναι ανάγκη να εξακολουθήσουν να λειτουργούν αποτελεσματικά, τις νέες Δημοτικές τους Δομές Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Αυτές που μόνοι τους δημιούργησαν οι ΟΤΑ, και δια των οποίων αντιμετωπίζουν, μέχρι σήμερα, τις συνέπειες της κρίσης, με ξεχωριστή επιτυχία.

Αγαπητοί μου, Συναδέλφισσες και Συνάδελφοι, γνωρίζοντας καλά, όλες τις παραμέτρους, που διαμόρφωσε και διογκώνει, το κύμα της ύφεσης, που άλλαξε επί τα χείρω, το τοπίο της Απασχόλησης, σε κάθε τόπο της χειμαζόμενης Χώρας μας, απαιτούμε να δοθεί έμφαση, τόσο στην αντιμετώπιση της ανεργίας των Νέων, όσο και στην ανεργία, που πλήττει εκείνους τους Συμπολίτες μας, οι οποίοι βρίσκονται κοντά στη συνταξιοδότηση, και αντικειμενικά έχουν ελάχιστες πιθανότητες να εργοδοτηθούν!

Όσο κι αν ηχεί παράξενα, μετά από όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό, ειδικά μετά την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, που αφορά στα ταμειακά διαθέσιμα των ΟΤΑ, η Επιτροπή προτείνει: Η Κ.Ε.Δ.Ε να απαιτήσει τη ροή των κονδυλίων, από τους αναξιοποίητους πόρους του ΕΣΠΑ, 2007-2013, από Τομεακά ή Επιχειρησιακά Προγράμματα, σε Προγράμματα Απασχόλησης, Κοινωνικής Οικονομίας, Οικιακής Οικονομίας, και εν γένει σε όλες τις δοκιμασμένες, επιτυχημένες δράσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Επίσης, η Επιτροπή μας εισηγείται, τη συμπερίληψη, στο κείμενο συμπερασμάτων και αιτημάτων, το οποίο θα εγκρίνει το Συνέδριό μας, της αξίωσής μας για την αξιοποίηση των πόρων του νέου ΕΣΠΑ, του Σ.Ε.Σ 2014-2020, από τους ΟΤΑ πρώτου βαθμού, μέσα από τους θεματικούς πόρους και από άλλα Επιχειρησιακά Προγράμματα, για την περαιτέρω ανάπτυξη Κοινωνικών Δράσεων, και την παροχή Υπηρεσιών Κοινωνικής Αλληλεγγύης στους Πολίτες, με έμφαση στις ευπαθείς ομάδες, όπως είναι οι άνεργοι, οι άστεγοι, τα άτομα με Ειδικές Ανάγκες, και κάθε κοινωνική ομάδα που έπληξε η κρίση.

Ακόμη, η Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικής Οικονομίας, υπογραμμίζει ότι, είναι απαραίτητη, και απαιτείται να διασφαλιστεί και θεσμικά, η συμμετοχή εκπροσώπων της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας, και των Περιφερειακών Ενώσεων Δήμων όλης της Χώρας, στις Επιτροπές Παρακολούθησης των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του νέου Ε.Σ.Π.Α.

Σε ό,τι αφορά στο δεύτερο αντικείμενο της Επιτροπής μας, που σαφέστατα έχει άμεση σχέση με το πρώτο, την Απασχόληση, υπογραμμίζω πως, αναμένουμε από την Κυβέρνηση, να διαμορφώσει, πλήρες, μόνιμο, προσαρμοσμένο στις ανάγκες των Δήμων, σαφές πλαίσιο για την Κοινωνική Οικονομία, αλλά και για την Οικιακή Οικονομία. Με επίλυση του ζητήματος της συμμετοχής των ΟΤΑ και των Νομικών τους Προσώπων στη σύνθεση των Επιχειρήσεων Κοινωνικής Οικονομίας.

Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι, το κεφάλαιο αυτό αφορά στο μεγάλο, και για χρόνια παρεξηγημένο ζήτημα της επιχειρηματικότητας, και της σχέσης της με την Αυτοδιοίκηση. Βέβαια, πρέπει να επισημάνουμε πως, ο όρος «κοινωνική», πιθανότατα δρα αποπροσανατολιστικά προς κάποιες κατευθύνσεις: Αφού διαμορφώνει το περιθώριο να εννοηθεί πως η Κοινωνική Οικονομία μπορεί να συνδέεται με επιχορηγήσεις ή με γνωστές κρατικοδίαιτες καταστάσεις, ή τέλος πάντων με άλλου είδους επιχειρηματικές παρεμβάσεις. Γι΄ αυτό, ως πρώτο, σημαντικό βήμα, η Επιτροπή μας προτείνει τη συγκροτημένη ενημέρωση των ΟΤΑ, και δι΄ αυτών, των τοπικών κοινωνιών, για τη φύση των Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων και το ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν. Σταθερή μας πεποίθηση είναι ότι, τα αποτελέσματα, που όλοι προσδοκούμε, από την ανάπτυξη της Κοινωνικής Οικονομίας, θα έρθουν μόνο όταν κατανοήσουμε όλοι, από την Πολιτεία ως τους Κοινωνικούς Επιχειρηματίες και τους δέκτες της δραστηριότητάς τους, πως πρόκειται για ένα κεφάλαιο, που καλούμαστε να το αναπτύξουμε με κανόνες. Κι οι απαράβατοι κανόνες, για την ανάπτυξη της Κοινωνικής Οικονομίας, πρέπει να γίνει κατανοητό πως είναι: Η Αυτοτέλεια, η ανεξαρτησία των Κοινωνικών Επιχειρήσεων, πολιτική, διοικητική και οικονομική, από κάθε κέντρο εξουσίας και Διοίκησης (του Κράτους, της Αυτοδιοίκησης και κάθε οργανισμού ή φορέα).

Γνωρίζετε όλοι πως, η Αυτοδιοίκηση, διαθέτει τα «εργαλεία» που μπορούν να κάνουν κτήμα των «κοινωνικών επιχειρηματιών» και της κοινωνίας, το πλαίσιο λειτουργίας των Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων, και κυρίως την ανάγκη να αυτοπροσδιορίζονται και όχι να ετεροπροσδιορίζονται. Κι όλοι πιστεύω ότι συμφωνούμε πως, απαιτείται να γίνει σεβαστή, η κορυφαία, η ζωτική προϋπόθεση επιτυχίας του θεσμού: Η δημιουργία και η λειτουργία των Επιχειρήσεων Κοινωνικής Οικονομίας «ξεπηδά» από την ανάγκη επίλυσης κοινωνικών αναγκών. Εξαρτάται από τη δυναμική του κάθε τόπου, από την ωριμότητα και τη δυνατότητά του να ενεργοποιήσει το κοινωνικό κεφάλαιό του, και όχι από τις σκοπιμότητες και τα συμφέροντα του όποιου φορέα.

Τούτη την ώρα, λοιπόν, απαιτείται να μπει τέλος σε όλες τις παρανοήσεις. Ταυτοχρόνως, επειδή «οι καιροί ου μενετοί», είναι ανάγκη να επιδιωχθούν Συνεργασίες και Δίκτυα. Να υπάρξει συνεχής, ειλικρινής συνεργασία, σ’ όλα τα επίπεδα (τοπικό, περιφερειακό, εθνικό), και με όλους τους φορείς, με στόχο να κατατεθεί και ν’ αξιοποιηθεί κάθε πρόταση αλλά και κάθε κατάκτηση των Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων. Οι αντιπαλότητες, οι ρήξεις, η σύγχυση, οι αποκλεισμοί, που χαρακτήρισαν τα πρώτα βήματα της λειτουργίας του συγκεκριμένου μοντέλου επιχειρηματικότητας, πρέπει σύντομα να μπουν στο περιθώριο.

Σε άμεση σχέση με το ¨Χάρτη της Εργασίας¨ ή, αν το προτιμάτε, με το ¨Τοπίο της Ανεργίας¨ κάθε περιοχής της Χώρας, είναι ανάγκη να προχωρήσουμε στη Διερεύνηση Κοινωνικών Αναγκών, στη Διερεύνηση δραστηριοτήτων, δυνατοτήτων και τρόπων υποστήριξης παραγωγικών αναγκών σε τοπικό επίπεδο. Να επιδιώξουμε τη Σύνδεση της κοινωνικής επιχείρησης, με τις τοπικές πρωτοβουλίες και την κοινωνία, με τις ανάγκες του κάθε τόπου και την αναπτυξιακή προοπτική του. Μόνον έτσι θα αντιληφθούμε τι πρέπει να περιλαμβάνει ένας μηχανισμός στήριξης, που είναι απαραίτητος. Διότι, στη φάση που βρισκόμαστε σήμερα, είμαστε ανέτοιμοι σε τοπικό επίπεδο, ενώ σε κεντρικό επίπεδο η αντιμετώπιση της Κοινωνικής Οικονομίας, δυστυχώς, είναι γραφειοκρατική, απόμακρη και ενίοτε εχθρική.

Ως Επιτροπή, επισημαίνουμε την αναγκαιότητα για σύνθεση των ιδιαιτεροτήτων υποστήριξης, που αφορούν σε νομικά θέματα και επιχειρησιακά ζητήματα. Σε θέματα αναβάθμισης του ανθρώπινου δυναμικού, σε στρατηγικές υποστήριξης, ανάδειξης και διάθεσης των προϊόντων και των υπηρεσιών της «Κοινωνικής Οικονομίας», αλλά και της «Οικιακής Οικονομίας», που όπως εύστοχα μας επισήμανε η ΠΕΔ Στερεάς Ελλάδας, αναπτύσσεται με βραδείς ρυθμούς, ενώ θα μπορούσε «να κάνει τη διαφορά», σε περιοχές που, φαινομενικά, έχουν τις λιγότερες πιθανότητες να συναντηθούν με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των Πολιτών τους.

Επιπλέον, απαιτείται να συνεργαστούμε, Πολιτεία και όλοι οι ευαισθητοποιημένοι φορείς, σε ό,τι έχει σχέση με την ενεργοποίηση, τη δημοσιότητα, την προώθηση της αναγνωρισιμότητας της Κοινωνικής Οικονομίας. Σε επόμενο βήμα εντάσσεται ένας Περιφερειακός Μηχανισμός, που μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στη δημιουργία και λειτουργία θεματικών, χωροεδαφικών, παραγωγικών, καταναλωτικών Δικτύων Κοινωνικής Οικονομίας. Στη μεταφορά και διάχυση γνώσεων και εμπειριών, ικανή να τροφοδοτήσει μια Βάση Δεδομένων, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε διερεύνηση και αξιοποίηση χρηματοδοτικών πηγών και εργαλείων. Σε όλα εκείνα τα στοιχεία, που θα κάνουν την «Κοινωνική Οικονομία», όχι μια νέα «ιστορία χαμένων ευκαιριών», αλλά μια ολοκληρωμένη προσπάθεια, ικανή να αλλάξει τη ζωή όσων την επιλέξουν.

Υπάρχει πληθώρα ιστορικών στοιχείων, που αποδεικνύουν τη μεγάλη ανθεκτικότητα του συνεταιριστικού κινήματος αλλά και κάθε οργάνωσης συλλογικής διοίκησης και διαχείρισης, που σε περιόδους κρίσης, δύναται να εξασφαλίζει απασχόληση και εισοδήματα. Εκείνα που προέχουν, λοιπόν, είναι: Πρώτον, η ορθή, ειλικρινής και ξεκάθαρη ενημέρωση κάθε μελλοντικού κοινωνικού επιχειρηματία. Και δεύτερο, η εκλαΐκευση των παραμέτρων της Κοινωνικής Οικονομίας, ώστε η ελληνική κοινωνία να την αποδεχθεί, να την αγκαλιάσει και να τη στηρίξει. Όσοι λοιπόν «τολμήσουν» το εγχείρημα της Κοινωνικής Επιχείρησης, να το κάνουν εν πλήρη συνειδήσει των δυνατοτήτων τους, αλλά και των ελλείψεων και αδυναμιών τους. Έτσι, θα μπορέσουν να ανταποκριθούν με επιτυχία, με τις απαιτήσεις της προσπάθειας, αλλά και να χαράξουν στοχευμένη στρατηγική.

Από την άλλη πλευρά, η κρατική διοίκηση, η Αυτοδιοίκηση, ο ¨κόσμος του επιχειρείν¨ και οι φορείς κοινωνικής αλληλεγγύης, είναι απαραίτητο να αντιληφθούμε την αναγκαιότητα στήριξης και αξιοποίησης της Κοινωνικής Οικονομίας, στο μέγιστο βαθμό. Βέβαιοι ότι, υπό τη συγκεκριμένη οπτική, αξιοποιούμε το Κοινωνικό Κεφάλαιο κάθε τόπου, κι ενδυναμώνουμε τις ρίζες, τις αξίες και τους πόρους του.

Εν κατακλείδι, η Επιτροπή μας θεωρεί πως, χωρίς την παραμικρή χρονοτριβή, Πολιτεία, Αυτοδιοίκηση και κάθε φορέας που μπορεί να βοηθήσει, καλούμαστε να ξεκαθαρίσουμε το τοπίο γύρω από την Κοινωνική και Οικιακή Οικονομία. Με γνώμονα ότι, οι συγκεκριμένες μορφές επιχειρηματικότητας, προωθούν, εκτός από το οικονομικό αποτέλεσμα, το σεβασμό στο περιβάλλον, ένα διαφορετικό μοντέλο κατανάλωσης, την αναβάθμιση των υπηρεσιών φροντίδας, με ανθρωπιά και αλληλεγγύη, ή ακόμη, εκείνες τις μορφές πολιτιστικής παρέμβασης, που μπορούν να φέρουν ευεργετικά αποτελέσματα στην επίλυση μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων ή την αντιμετώπιση κοινωνικών αντιθέσεων.

Με πλήρη συναίσθηση ότι, η Κοινωνική Οικονομία μπορεί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και εισόδημα, να παρέμβει στην αγορά, προσφέροντας περισσότερες επιλογές στους καταναλωτές, με προϊόντα και υπηρεσίες ποιότητας, να αυξήσει τις τιμές παραγωγού, να ρίξει τις τιμές λιανικής, να μειώσει την αστάθεια των τιμών, να παράσχει ποιοτικές υπηρεσίες πολιτισμού και κοινωνικής αλληλεγγύης.

Φίλες και Φίλοι μου, επειδή, η παρατεταμένη κρίση, έπληξε καίρια εθνικούς πυλώνες, με πρώτη την Αυτοδιοίκηση, έναντι της οποίας και εδραιώθηκε, συστηματικά, κι ένας ασφυκτικός μηχανισμός επιτήρησης, που επέτεινε τα προβλήματα λειτουργίας μας, είναι αδήριτη αναγκαιότητα, με το ηθικό πλεονέκτημα που αποκτήσαμε, οι Δήμοι όλης της Χώρας, μέσα από δράσεις, προγράμματα και θεσμούς αποτελεσματικής συμπαράστασης στον Πολίτη, να καλέσουμε την Κεντρική Εξουσία, να σταθεί -επιτέλους- στο πλευρό μας, έμπρακτα, σταθερά και με ειλικρίνεια, ενισχύοντας την προσπάθειά μας, να αντιμετωπίσουμε τη νέα κοινωνική πραγματικότητα!

Είναι η στιγμή που απαιτείται, η Αυτοδιοίκηση, με τις λιγοστές ως τώρα, αλλά σημαντικές -για τις τοπικές κοινωνίες- δυνάμεις της, να θωρακισθεί θεσμικά, και να ενισχυθεί με πόρους και όλα τα κατάλληλα, τα απαραίτητα μέσα, ώστε να εξακολουθήσει να επεκτείνει διαρκώς, το δίχτυ κοινωνικής προστασίας, της αλληλεγγύης και της ενίσχυσης του κοινωνικού εισοδήματος των Πολιτών.

Είμαι βέβαιος ότι, όλοι ωριμάσαμε, μέσα απ΄ τις δυσκολίες και τις αλλαγές, τα τελευταία χρόνια, ώστε στο παρόν Συνέδριό μας, να μπορούμε να συνδιαμορφώσουμε, εκείνο, το ολοκληρωμένο πλαίσιο, των πολιτικών και των δράσεων, του θεσμικού πλαισίου και των μέτρων, που απαιτούμε απ΄ την Πολιτεία, για να ανταποκριθούμε απόλυτα στα νέα κοινωνικά δεδομένα.

Κι επειδή, αποδείξαμε, τόσο στα φαινομενικά ανέφελα χρόνια, όσο και στα δίσεχτα χρόνια της κρίσης, πως οι άνθρωποι της Αυτοδιοίκησης ήμασταν και εξακολουθούμε να είμαστε Προμηθείς, κι όχι Επιμηθείς, είμαι βέβαιος ότι, μπορούμε να προετοιμασθούμε κατάλληλα, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε καθετί που μπορεί να προκύψει στον Τόπο μας, στο εγγύς και στο απώτερο μέλλον.

Με απλά λόγια, επειδή το δικαιούμαστε, επειδή ηθικά το κατακτήσαμε, απαιτούμε να διαδραματίζουμε, εκείνο, τον πρωταγωνιστικό ρόλο, στο σχεδιασμό του παραγωγικού προσανατολισμού της Ελλάδας, ο οποίος απαιτείται να αξιοποιήσει το σύνολο των πλεονεκτημάτων του κάθε τόπου, και να μην επαναλάβει, εκείνα τα λάθη που μας οδήγησαν, μετά από μια μακρά ιστορία αναξιοποίητων ευκαιριών, στην κρίση που μαστίζει την Πατρίδα μας, απ΄ την οποία πρέπει να βγει ο Τόπος μας, το συντομότερο δυνατό και με τις λιγότερες απώλειες. Κι ας μου επιτραπεί η έκφραση, είναι ιστορική ευθύνη της Αυτοδιοίκησης, εκφράζοντας και την ομόθυμη βούληση των τοπικών κοινωνιών, να προχωρήσουμε μπροστά, με το πνεύμα που ήδη πορεύεται η ΚΕΔΕ, «ανατινάζοντας» πίσω μας τις γέφυρες, ώστε να αποκλείσουμε κάθε πιθανότητα επιστροφής, σε εκείνα τα σημεία και τα στοιχεία του «χθες», εξαιτίας των οποίων οδηγηθήκαμε στην οδυνηρή εθνική εμπειρία, που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια!

Σας ευχαριστώ, για την προσοχή σας!