Άρνηση εμβολιασμού: Είναι νόμιμο να απολυθεί ο εργαζόμενος αν αρνηθεί να εμβολιαστεί κατά του COVID-19;


Εάν αποφασίσετε την δημιουργία της δικής σας ΚοινΣΕπ και έχετε μια καλή ιδέα που πληροί τα κριτήρια του νόμου 4430/2016 ελάτε σε επαφή μαζί μας από εδώ για να σας βοηθήσουμε με την 12χρονη εμπειρία μας στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας και στην Δημιουργία άνω των 640 Επιτυχημένων ΚοινΣΕπ


Ο εμβολιασμός κατά της μετάδοσης του κορωνοϊού δεν προβλέπεται από καμία νόμιμη διάταξη

Λαμβάνοντας υπόψη τις ισχύουσες διατάξεις (άρθρο 662 ΑΚ, άρθρο 32 του Ν. 1568/1985, οδηγία 89/391/ΕΟΚ , άρθρα 7 παρ. 1, 5 και 6 του Π.Δ. 17/1996, Ν. 3850/2010):

Ο εργοδότης οφείλει να ρυθμίζει τα σχετικά με την εργασία και το χώρο της, καθώς και τα σχετικά με τη διαμονή, τις εγκαταστάσεις και τα μηχανήματα ή εργαλεία, ώστε να προστατεύεται η ζωή και η υγεία του εργαζόμενου

Ο εργοδότης βαρύνεται με τη γενική υποχρέωση πρόνοιας για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας του εργαζόμενου ως προς τις συνθήκες παροχής της εργασίας του, καθώς και με την τήρηση της ειδικής νομοθεσίας. Υποχρεούται δηλαδή, αυτός σε πιστή τήρηση των εκ του νόμου οριζομένων εκάστοτε υποχρεώσεών του και δεν απαλλάσσεται από τη σχετική ευθύνη του, ακόμη και αν ο εργαζόμενος δεν τηρεί τις αντίστοιχες υποχρεώσεις του. Υποχρεούται να λαμβάνει κάθε μέτρο που απαιτείται, ώστε να εξασφαλίζονται οι εργαζόμενοι και οι τρίτοι που παρευρίσκονται στους τόπους εργασίας, από κάθε κίνδυνο που μπορεί να απειλήσει την υγεία ή τη σωματική τους ακεραιότητα. Τα μέτρα αυτά φροντίζει, ώστε να προσαρμόζονται στις μεταβολές των περιστάσεων και να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή τους .

Προς εξασφάλιση της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων και τρίτων, ορίζεται η υποχρέωση απασχόλησης στις επιχειρήσεις τεχνικού ασφαλείας και ιατρού εργασίας (ο οποίος συνδράμει στη λήψη και στην εφαρμογή των μέτρων) και προβλέπεται η υποχρέωση του εργαζόμενου να εφαρμόζει τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας που του υποδεικνύονται και να φροντίζει, ανάλογα με τις δυνατότητές του, για την ασφάλεια και την υγεία του ίδιου και των ατόμων που επηρεάζονται, από την εργασία του π.χ. χρησιμοποιώντας σωστά τις μηχανές, τα εργαλεία, τα μεταφορικά μέσα που χειρίζεται κλπ., καθώς και τον ατομικό προστατευτικό εξοπλισμό που του παρέχεται, αναφέροντας στον εργοδότη, τον τεχνικό ασφαλείας ή τον ιατρό εργασίας επικίνδυνες καταστάσεις ή ελλείψεις στα συστήματα προστασίας κλπ..

Στο ανωτέρω όμως νομοθετικό πλαίσιο δεν εντάσσεται ο εμβολιασμός, ώστε να υποχρεωθεί ο εργαζόμενος από τον εργοδότη του να εμβολιαστεί.

Μπορεί μεν ένα πρόγραμμα εμβολιασμού να αποτελεί ισχυρό όπλο στη φαρέτρα πρόληψης μετάδοσης μολυσματικών ασθενειών όπως είναι ο κορονοϊός, αλλά ο εμβολιασμός χωρίς τη θέληση του ατόμου, η αθέλητη επέμβαση δηλαδή στο σώμα του (ιατρική πράξη), αντιβαίνει στον σεβασμό και στην προστασία της ανθρώπινης αξίας που κατά το άρθρο 2 του Συντάγματος αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας. Ακόμη και η επιβολή τυχόν κύρωσης σε περίπτωση άρνησης εμβολιασμού θα ερχόταν σε σύγκρουση με την προστασία της αξίας του ανθρώπου.

Σε κάθε περίπτωση πρέπει να τονιστεί η ωφέλεια του εμβολιασμού για την υγεία των ανθρώπων και της κοινωνίας. Τα οφέλη του εμβολιασμού είναι αυταπόδεικτα, με τη συμβολή του στην εξαφάνιση ή στον περιορισμό της εξάπλωσης ποικίλων λοιμωδών νοσημάτων εδώ και πολλά χρόνια. Ακριβώς σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να υπάρχει διαρκής ενημέρωση και επικοινωνία από τους ειδικούς προς τους εργαζόμενους για μαζική συμμετοχή στο εμβολισμό κατά του κορονοϊού, ώστε να προστατευτούν οι ίδιοι, οι οικογένειές τους και τα άτομα με τα οποία έρχονται σε επαφή.

Εφόσον όμως δεν έχει νομοθετηθεί ο υποχρεωτικός χαρακτήρας του εμβολιασμού κατά της μετάδοσης του κορωνοϊού, δεν μπορεί η άρνηση του εργαζόμενου, οποιασδήποτε ειδικότητας και κατηγορίας να καταλήγει αυτόματα στην απόλυσή του.

Εάν δηλαδή ο λόγος της απόλυσης ενός εργαζόμενου, είναι αποκλειστικά η άρνησή του να εμβολιαστεί, τότε έχουμε επίκληση ενός λόγου που δεν προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία , δεν προβλέπεται τέτοια υποχρέωση για τον εργαζόμενο στα πλαίσια της εργασιακής του σχέσης και δεν είναι δυνατόν να οδηγεί σε απόλυση.

Επίσης δεν δύναται η ανωτέρω άρνησή του να θεωρηθεί ως αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του εργαζόμενου ώστε να οδηγεί σε καταγγελία της σύμβασής του, εφόσον βέβαια δεν προβλέπεται ως όρος στην ατομική του σύμβαση στα πλαίσια της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων(ΑΚ 361) .

ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΕΙΔΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ


Discover more from ΔΙΚΤΥΟ ΚοινΣΕπ

Subscribe to get the latest posts sent to your email.