Παράθυρο ευκαιρίας για ένα ευρωπαϊκό «bonus» κατά της ανεργίας


Εάν αποφασίσετε την δημιουργία της δικής σας ΚοινΣΕπ και έχετε μια καλή ιδέα που πληροί τα κριτήρια του νόμου 4430/2016 ελάτε σε επαφή μαζί μας από εδώ για να σας βοηθήσουμε με την 10χρονη εμπειρία μας στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας και στην Δημιουργία άνω των 620 Επιτυχημένων ΚοινΣΕπ


Στο κυβερνητικό Σχέδιο Ανάπτυξης για τη μεταμνημονιακή εποχή διαπιστώνουμε με ικανοποίηση ότι η ανάκτηση της εργασίας αποτελεί κεντρική προτεραιότητα, τόσο στο σκέλος των απορυθμισμένων εργασιακών σχέσεων όσο και σε αυτό της ανεργίας. Ενώ η εκ νέου ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων εξαρτάται από νομοθετικές πρωτοβουλίες και πολιτική βούληση, το δεύτερο, αυτό της ανεργίας, απαιτεί πιο περίπλοκες παρεμβάσεις σε πολλά μέτωπα.

Μια χώρα που, παρά την επιστροφή της σε ανάπτυξη έπειτα από δεκαετή ύφεση, έχει ακραία υψηλή ανεργία, χρειάζεται άκρως εξειδικευμένο σχέδιο. Απαιτεί επιστημονικά τεκμηριωμένες και στοχευμένες δράσεις. Διότι άλλα προβλήματα επανένταξης στην εργασία αντιμετωπίζουν οι νέοι, άλλα οι σαραντάρηδες μακροχρόνια άνεργοι και άλλα οι άνεργοι άνω των 50 ετών.

Ο κρατικός παρεμβατισμός σε συνδυασμό με τον Μηχανισμό Διάγνωσης των Αναγκών της Αγοράς Εργασίας που δημιουργήσαμε και λειτουργεί είναι άκρως απαραίτητοι, αλλιώς η αγορά εργασίας -να το πούμε απλά- θα αποκλείσει χιλιάδες ανέργους.

Συντάκτης: Ράνια Αντωνοπούλου Τέως αν. υπουργός Εργασίας – http://www.efsyn.gr

Υπάρχει και ένας επιπλέον σημαντικός παράγοντας: η επιστράτευση ικανής ποσότητας δημόσιων και ευρωπαϊκών πόρων. Ως αναπληρώτρια υπουργός, παρά τη μετρήσιμη μείωση της ανεργίας, συνειδητοποίησα ότι, ενώ θέλαμε να κάνουμε τη διαφορά με όσα μέσα διαθέταμε χωρίς να πετάμε άσκοπα ούτε ένα ευρώ, δεν μπορούσαμε να υπερβούμε ένα μεγάλο εμπόδιο: το μοντέλο χρηματοδότησης της απασχόλησης που πριμοδοτεί η Ε.Ε. στηρίζεται σε παραδοχές που δεν μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν τις ιδιομορφίες της υψηλής ανεργίας στην Ελλάδα.

Αυτή η ελαττωματική αφετηρία, σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό των αρμοδιοτήτων και των χρηματικών ροών για την ενδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού, πρέπει να ξεπεραστεί στο νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται τον Αύγουστο.

Η αποδέσμευση από τη στενή μνημονιακή εποπτεία, με την επιστροφή της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή «κανονικότητα», και μάλιστα εκτός διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, δημιουργεί νέα περιθώρια και ελευθερίες στην αντιμετώπιση της ανεργίας. Αυτές πρέπει να αξιοποιηθούν στο έπακρον, κυρίως εντός της Ε.Ε. Και για αυτό έχουμε ήδη κάποια πρώτα βήματα.

Στη διάρκεια του 2017, σε συζητήσεις με ομολόγους υπουργούς της Ε.Ε., αλλά και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, παρουσίασα μια πρόταση για τη μείωση της νεανικής και μακροχρόνιας ανεργίας σε χώρες όπου οι δείκτες είναι πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης: το πρώτο σκέλος της πρότασης προέβλεπε να εξαιρούνται από τον υπολογισμό του ελλείμματος κατά το Σύμφωνο Σταθερότητας οι δημόσιοι πόροι που κατανέμονται σε προγράμματα υποστήριξης των ανέργων.

Το δεύτερο σκέλος της πρότασης παρέπεμπε στην τοποθέτηση τουλάχιστον του 5% από τα κονδύλια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων (Σχέδιο Γιούνκερ) σε προγράμματα απασχόλησης.

Δεν θα αναπτύξω εδώ τις τεχνικές λεπτομέρειες της πρότασης. Ομως, έχει σημασία να θυμίσω ότι γρήγορα συγκέντρωσε τη συναίνεση τουλάχιστον 8 υπουργών Εργασίας χωρών της ευρωζώνης. Στο Ευρωκοινοβούλιο δε, υποστηρίχτηκε από δεκάδες βουλευτές της Αριστεράς, των Σοσιαλιστών και των Πρασίνων, όπως αποτυπώνεται και σε ερώτηση της ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Κ. Κούνεβα.

Πιστεύω ότι οι συνθήκες ευνοούν την κυβέρνηση να προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα την πρόταση. Οπως προκύπτει από πρόσφατες απαντήσεις της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δηλώνει πρόθυμη να συζητήσει ανασχεδιασμό των πολιτικών καταπολέμησης της υψηλής μακροχρόνιας και νεανικής ανεργίας και την αναδιάρθρωση των αντίστοιχων πόρων.

Υποδεικνύει δε ως πλαίσιο αυτής της συζήτησης τον νέο Πολυετή Προϋπολογισμό της Ε.Ε. (2021-2027), του οποίου παρουσίασε ήδη το περίγραμμα. Η Κομισιόν εμφανίζεται μάλλον δεκτική στο να υιοθετηθεί τομεακή ποσόστωση για την ανεργία στο Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων. Αλλά για να γίνει αυτό, η πρόταση για το 5% χρειάζεται αποφασιστική πολιτική υποστήριξη και στο Συμβούλιο (ECOFIN). Η πιθανότητα να βρει αρκετούς συμμάχους είναι ισχυρή.

Πιο απαιτητική και σύνθετη είναι η προώθηση του πρώτου σκέλους της πρότασής μου, για εξαίρεση των δαπανών για την υψηλή νεανική και μακροχρόνια ανεργία από το Σύμφωνο. Η Κομισιόν θεωρεί επαρκείς τους ισχύοντες κανόνες ευελιξίας στο Σύμφωνο και παραπέμπει στις ρήτρες ευελιξίας – για τις επενδύσεις και τις διαρθρωτικές αλλαγές– που έχει υιοθετήσει το Συμβούλιο από το 2015. Ομως, η ένταξη κάθε δαπάνης για την απασχόληση σ’ αυτούς τους κανόνες δεν είναι ούτε αυτονόητη ούτε αυτόματη.

Η ευελιξία του Συμφώνου πρέπει να πάει ένα βήμα πιο μπροστά. Κι αυτό προϋποθέτει μια απόφαση του ECOFIN που θα πρόσθετε ως αυτοτελή ρήτρα ευελιξίας την υψηλή ανεργία. Υπάρχουν δέκα χώρες της ΟΝΕ που ξεπερνούν τον μέσο όρο της ευρωζώνης είτε στη μακροχρόνια, είτε στη νεανική είτε και στις δύο.

Οι δυνητικοί σύμμαχοι στην υποστήριξη της πρότασης σε επίπεδο Συμβουλίου υπάρχουν. Αλλά για να εκφραστούν σε συγκεκριμένες αποφάσεις απαιτούνται οι παράλληλες πρωτοβουλίες των υπουργείων Οικονομικών και Εργασίας προς τα αντίστοιχα συμβούλια υπουργών (ECOFIN και EPSCO) ακριβώς αυτή την περίοδο.

Υπάρχει, όμως κι ένα ευρύτερο όφελος από την υιοθέτηση αυτής της πρότασης:

Πρώτον, δαπάνες τουλάχιστον 0,5% του ΑΕΠ κατ’ έτος θα εξαιρούνται από τον υπολογισμό του ελλείμματος και θα διοχετεύονται σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, δηλαδή σε θέσεις εργασίας.

Δεύτερον, διευκολύνεται ο σχηματισμός του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ, μέχρι το 2022, χωρίς στραγγαλισμό των δημόσιων επενδύσεων.

Τρίτον, η ευχέρεια να χρησιμοποιήσει μια κυβέρνηση πρόσθετους πόρους τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ για τέσσερα χρόνια για δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας θα προκαλέσει ευεργετικό αναπτυξιακό σοκ. Ή, αντίστροφα, θα αντισταθμίσει ενδεχόμενες εξωγενείς υφεσιακές πιέσεις. Η χρονική συγκυρία μάς ευνοεί, αλλά και πιέζει για έγκαιρη ανάληψη δράσης.