Οι συνεταιρισμοί ως αντίδοτο της ανισότητας


Εάν αποφασίσετε την δημιουργία της δικής σας ΚοινΣΕπ και έχετε μια καλή ιδέα που πληροί τα κριτήρια του νόμου 4430/2016 ελάτε σε επαφή μαζί μας από εδώ για να σας βοηθήσουμε με την 10χρονη εμπειρία μας στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας και στην Δημιουργία άνω των 620 Επιτυχημένων ΚοινΣΕπ


images
Οι συνεταιρισμοί αποτελούν τη μόνη μορφή κοινωνικής οργάνωσης με διεθνείς αξίες και αρχές που επικεντρώνονται στην ισότητα. Το 1995, υιοθετήθηκε η Δήλωση για την συνεταιριστική ταυτότητα των συνεταιριστικών επιχειρήσεων στο συνέδριο της Διεθνούς Συνεταιριστικής Συμμαχίας, (I.C.A.) που έγινε στο Μάντσεστερ του Ηνωμένου Βασιλείου, και περιλαμβάνει τον ορισμό της συνεταιριστικής επιχείρησης, τις συνεταιριστικές Αξίες και τις συνεταιριστικές Αρχές, που αφορούν τον πλούτο και την ευημερία της κοινότητας.

“Συνεταιρισμός”είναι μια αυτόνομη οργάνωση προσώπων τα οποία συνδέονται αυτόβουλα, εθελούσια, εθελοντικά, με σκοπό να εξυπηρετήσουν τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανάγκες και επιδιώξεις τους μέσω μιας συμμετοχικής και δημοκρατικά ελεγχόμενης επιχείρησης.

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ (PRINCIPALS)

1η Συνεργατική Αρχή: Εθελοντική και ανοικτή συμμετοχή

Οι συνεργατικές εταιρείες είναι εθελοντικές οργανώσεις, ανοικτές σε όλα τα πρόσωπα, τα οποία είναι ικανά να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες τους και να αποδεχτούν με προθυμία τις ευθύνες των μελών, χωρίς εθνικές, κοινωνικές, φυλετικές, πολιτικές ή θρησκευτικές διακρίσεις.

2η Συνεργατική Αρχή: Δημοκρατικός έλεγχος των μελών

Οι συνεργατικές εταιρείες είναι δημοκρατικές οργανώσεις, οι οποίες ελέγχονται από τα μέλη τους, τα οποία συμμετέχουν στη διαμόρφωση της πολιτικής και στη λήψη των αποφάσεων τους. Οι άνδρες και οι γυναίκες που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως αιρετοί είναι υπόλογοι στα μέλη. Πρωτίστως τα μέλη των συνεργατικών εταιρειών έχουν ίσα εκλογικά δικαιώματα (ένα μέλος, μία ψήφος) και παράλληλα οι συνεργατικές εταιρείες είναι οργανωμένες με δημοκρατικό τρόπο.

3η Συνεργατική Αρχή: Οικονομική συμμετοχή των μελών

Τα μέλη συμμετέχουν δίκαια στο κεφάλαιο της συνεργατικής τους εταιρείας και στον έλεγχο του με δημοκρατικές μεθόδους. Μέρος, τουλάχιστον, αυτού του κεφαλαίου είναι συνήθως η κοινή περιουσία της συνεργατικής εταιρείας. Τα μέλη συνήθως λαμβάνουν περιορισμένη αποζημίωση για το κεφάλαιο το οποίο καταβάλλουν ως προϋπόθεση της συμμετοχής τους. Τα μέλη διαθέτουν τα πλεονάσματα για όλους ή για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους σκοπούς: Για ανάπτυξη της συνεργατικής εταιρείας τους, πιθανόν με τη δημιουργία αποθεματικών, μέρος των οποίων τουλάχιστον θα πρέπει να είναι αδιαίρετο. Για την παραχώρηση ωφελημάτων στα μέλη, ανάλογα με τις συναλλαγές που είχαν με τη συνεργατική εταιρεία και για προώθηση άλλων δραστηριοτήτων που εγκρίνονται από τα μέλη.

4η Συνεργατική Αρχή: Αυτονομία και ανεξαρτησία

Οι συνεργατικές εταιρείες είναι αυτόνομες, αυτοβοηθούμενες οργανώσεις, ελεγχόμενες από τα μέλη τους. Εάν θα συνάψουν συμφωνίες με άλλους οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων και των κυβερνήσεων, ή εάν θα εξασφαλίσουν κεφάλαια από εξωτερικές πηγές θα πρέπει να το πράττουν με όρους οι οποίοι διασφαλίζουν το δημοκρατικό έλεγχο που ασκείται από τα μέλη και συνάδουν με τη συνεργατική αυτονομία τους.

5η Συνεργατική Αρχή: Εκπαίδευση, κατάρτιση και πληροφόρηρη

Οι συνεργατικές εταιρείες εξασφαλίζουν εκπαίδευση και κατάρτιση για τα μέλη, τους αιρετούς αντιπροσώπους, τους διευθυντές και τους υπαλλήλους τους έτσι ώστε να μπορούν να συμμετέχουν ενεργά στην ανάπτυξη των συνεργατικών εταιρειών τους. Ενημερώνουν το κοινό, ειδικότερα τη νέα γενιά και τους ηγέτες της κοινής γνώμης, για τη φύση του συνεργατισμού και τα ωφελήματα που προσφέρει.

6η Συνεργατική Αρχή: Συνεργασία μεταξύ συνεργατικών εταιρειών

Οι συνεργατικές εταιρείες εξυπηρετούν τα μέλη τους περισσότερο αποτελεσματικά και ενδυναμώνουν το συνεργατικό κίνημα συνεργαζόμενες μεταξύ τους σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και διεθνές επίπεδο.

7η Συνεργατική Αρχή: Κοινωνικό ενδιαφέρον

Οι συνεργατικές εταιρείες εργάζονται για σταθερή ανάπτυξη των κοινωνιών τους εφαρμόζοντας την πολιτική που αποφασίζεται από τα μέλη τους.

Οι Συνεταιρισμοί αγοράζουν και πωλούν αγαθά και υπηρεσίες, αλλά εστιάζουν στις ανάγκες των μελών τους και όχι στις επιθυμίες τους. Τα κέρδη αυτά μπορεί να μετατραπούν σε «πλεόνασμα» που θα αξιοποιηθεί για δραστηριότητες εκμάθησης και ερευνητικές δραστηριότητες. Οι επιχειρήσεις αυτές δίνουν νέο ορισμό στη σχέση μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου, και φανερώνουν μια οικονομική προσπάθεια που σχετίζεται με τον συλλογικό πλούτο.

Οι κοινότητες μπορούν να παραδειγματιστούν από τους συνεταιρισμούς και να γκρεμίσουν την υπάρχουσα δομή του συσσωρευμένου πλούτου. Κινήσεις πολιτών όσο και η δημόσια πολιτική αρχίζουν να αποδέχονται το συνεταιριστικό επιχειρηματικό μοντέλο και στρέφονται προς τους συνεταιρισμούς ως μια κινητήρια δύναμη για την οικονομική ανάπτυξη που σέβεται την ισότητα και την ισοτιµία.

Οι Συνεταιρισμοί έχουν αποτελέσει μια ισχυρή δύναμη κατά της ανισότητας στο παρελθόν. Στα τέλη του 1800, δύο σημαντικά κινήματα αναδύθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες για να αντιμετωπιστεί ένα καθεστώς εταιρικής παγίωσης, διακρίσεων και πιστωτικών περιορισμών: Το Grange, ή το κίνημα Patrons of Husbandry, και το κίνημα Farmers Alliance. Οι Συνεταιρισμοί ένωσαν γεωργούς και αγρότες από τις μεσοδυτικές πολιτείες, Plains (Δυτικές και Μεσοδυτικές ΗΠΑ) και το Νότο κάτω από τη σημαία του περιφερειακού ρεπουμπλικανισμού που περιλάμβανε ένα πολιτικό πρόγραμμα αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, δημοσιονομικούς κανονισμούς και οικονομική αυτο-οργάνωση με τη μορφή συνεταιρισμών, κοινές ασφαλιστικές εταιρείες και κρατικές ανταλλαγές. Τα κινήματα αυτά αντιπροσώπευαν μια σημαντική οικονομική δύναμη: το Grange εξασφάλισε τη ρύθμιση του σιδηροδρόμου και το Farmers Alliance δημιούργησε μια κοινότητα μελών που έφτασε το ένα εκατομμύριο έως το 1890.

Οι αμοιβαίες ασφαλιστικές εταιρείες κατ ‘αρχάς καταπολέμησαν την εφαρμογή των ασφαλίστρων ως κεφάλαιο για επένδυση και όχι ως εγγύηση για την κάλυψη ζημιών, δεύτερον, αντιτάνθηκαν στη χρήση των καρτέλ για την αύξηση των τιμών και, τρίτον, αντιμετώπισαν τις επιπτώσεις της βελτιστοποίησης των τιμών λόγω ανταγωνισμού. Οι γαλακτοπαραγωγοί σχημάτισαν συνεταιρισμούς τυροκομικής, συνεταιρισμούς γαλακτοκομείας και συνεταιρισμούς μάρκετινγκ γαλακτομικών προιόντων για να ενισχύσουν τις διαπραγματεύσεις τους με τους εμπόρους γάλακτος των αστικών περιοχών. Οι γαλακτοπαραγωγοί που πωλούσαν γάλα ήταν ιδιαίτερα ευάλωτοι στις συμπαιγνίες καθώς η αναλώσιμη φύση των προϊόντων τους καταστούσε αδύνατο να παρακρατήσουν τα προϊόντα τους στρατηγικά. Οι καλλιεργητές σιτιρών χρησιμοποίησαν τους συνεταιρισμούς ως μηχανισμούς για την αντιμετώπιση της συγκέντρωσης της αγοράς των μονοπωλίων διανομής που έλεγχαν τις σιταποθήκες και τις σιδηροδρομικές γραμμές.

Οι συνεταιρισμοί αγοράζουν και πωλούν αγαθά και υπηρεσίες με τους ίδιους όρους στους ίδιους πελάτες όπως και οι επιχειρήσεις ιδοκτησίας επενδυτών – και επιδιώκουν ακόμη και κέρδη. Παράλληλα εκλέγουν δημοκρατικά ένα διοικητικό συμβούλιο που βασίζεται στους ανθρώπους, και όχι στην επένδυση. Διατηρούν τόπους διεξαγωγής επιχειρηματικής δραστηριότητας, ακόμη και αν δεν υπάρχει οικονομικό νόημα να το κάνουν, επικεντρώνονται στις ανάγκες των μελών τους, και όχι στις επιθυμίες τους.

Οι προοπτικές μιας «επανάστασης» κατά την οποία οι συνεταιρισμοί αποδομούν την υπάρχουσα δομή του συσσωρευμένου πλούτου είναι περιορισμένες. Αλλά υπάρχει σαφώς μια πιθανότητα για τα κινήματα των πολιτών και τις δημόσιες πολιτικές να «συγκεντρωθούν» γύρω από τους συνεταιρισμούς ως μία κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης που σέβεται την ισότητα και την ισονομία.

Πηγές: un.org, corporateknights.com Ελένη Τομπέα

socialpolicy.gr