Η ανάγκη για έναν γενικό συνεταιριστικό νόμο


Εάν αποφασίσετε την δημιουργία της δικής σας ΚοινΣΕπ και έχετε μια καλή ιδέα που πληροί τα κριτήρια του νόμου 4430/2016 ελάτε σε επαφή μαζί μας από εδώ για να σας βοηθήσουμε με την 10χρονη εμπειρία μας στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας και στην Δημιουργία άνω των 600 Επιτυχημένων ΚοινΣΕπ


Την Τετάρτη 13 Ιουνίου στον χώρο Innovathens παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα του προγράμματος «Τεχνική βοήθεια για την ανάπτυξη του σχεδίου Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας στην Ελλάδα», τη διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει το Βρετανικό Συμβούλιο για λογαριασμό του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Συντάκτης: Ιφιγένεια Δουβίτσα* by http://www.efsyn.gr

Μια από τις μελέτες που εκπονήθηκαν αφορά την υφιστάμενη συνεταιριστική νομοθεσία και τη δυνατότητα ενοποίησής της, με τίτλο «Στοχεύοντας στην εναρμόνιση του νομικού πλαισίου για τους συνεταιρισμούς».

Η ενοποίηση της συνεταιριστικής νομοθεσίας είναι ένα ζήτημα που δεν απασχολεί μόνο τη χώρα μας, αλλά και άλλες χώρες εντός και εκτός Ευρώπης (όπως η Ισπανία, η Ιαπωνία), όπου η πολυδιάσπαση των συνεταιριστικών νόμων πανθομολογείται ότι δεν προάγει τη συνοχή και ανάπτυξη των συνεταιρισμών.

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο, αλλά αντιθέτως, ένα πλήθος ειδικών νόμων, που διέπουν τις επιμέρους κατηγορίες συνεταιρισμών, με προσθήκη νέων νομοθετημάτων ανά τακτά χρονικά διαστήματα, (όπως π.χ. ο Ν.4399/2016 για τις Ενεργειακές Κοινότητες ή η αυτονόμηση των δασικών συνεταιρισμών από τον νόμο περί αγροτικών συνεταιρισμών και η δημιουργία ενός νέου νόμου που τους διέπει – ο Ν.4423/2016 περί ΔΑΣΕ).

Ενα από τα ευρήματα της άνω μελέτης ήταν ότι ο κατακερματισμός αυτός δεν είναι δικαιολογημένος, καθώς οι ειδικοί συνεταιριστικοί νόμοι έχουν κοινή δομή και παρεμφερείς διατάξεις ως προς βασικά λειτουργικά και οργανωτικά ζητήματα (όπως π.χ. ως προς τη διαδικασία σύστασής τους, τα όργανα διοίκησής τους και τους λόγους λύσης τους).

Από την άλλη πλευρά, οι διαφορές μεταξύ των συνεταιριστικών νόμων εντοπίστηκαν σε συγκυριακές και λεπτομερείς διατάξεις, ενώ σπανίως υπαγορεύονται από το είδος ή τη δραστηριότητα του συνεταιρισμού (π.χ. ως προς τη δυνατότητα που παρέχεται στους αστικούς συνεταιρισμούς τα μέλη τους να ευθύνονται απεριορίστως για χρέη του συνεταιρισμού προς ιδιώτες- τρίτους).

Κατά συνέπεια το νομικό τοπίο των συνεταιρισμών, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα, είναι κατακερματισμένο, ακωδικοποίητο και σε αρκετά σημεία υπέρμετρα λεπτομερές.

Ο αποσπασματικός τρόπος νομοθέτησης έχει επιδράσει στην πορεία του συνεταιριστικού κινήματος επιφέροντας ορισμένες συνέπειες, όπως:

● διάσπαση της ενότητας του συνεταιριστικού κινήματος, δημιουργώντας τεχνητές διαφοροποιήσεις μεταξύ των συνεταιρισμών,

● δημιουργία σχέσεων ανταγωνισμού μεταξύ των συνεταιρισμών: η διαφορετική μεταχείριση που επιφυλάσσει ο νομοθέτης σε ορισμένες κατηγορίες συνεταιρισμών δημιουργεί έριδες μεταξύ τους,

● εμπόδιση συνεργασιών μεταξύ των συνεταιρισμών: οι εκάστοτε ειδικοί νόμοι επιτρέπουν τη συσπείρωση αποκλειστικά και μόνο ομοειδών συνεταιρισμών σε δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις, με συνέπεια να μην καθίσταται εφικτή μια ευρεία διασυνεταιριστική συνεργασία, αποδυναμώνοντας έτσι τη δυναμική τους σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο,

● ασάφεια περί του εφαρμοστέου νόμου όταν αναπτύσσονται πολλαπλές δραστηριότητες: αν π.χ. ένας συνεταιρισμός έχει σκοπό να λειτουργήσει ως αγροτικός και ενεργειακός ταυτόχρονα, τότε τίθεται ζήτημα αναφορικά με το εφαρμοστέο θεσμικό πλαίσιο,

● αδυναμία συνολικής αποτίμησης του συνεταιριστικού κινήματος: όταν διαφορετικές αρχές και υπηρεσίες είναι αρμόδιες για την εποπτεία των συνεταιρισμών, τότε εμποδίζεται η συνολική χαρτογράφηση, καταγραφή και παρακολούθηση του συνεταιριστικού κινήματος.

Στο πλαίσιο της μελέτης αυτής και έχοντας βάση τον προϊσχύοντα νόμο περί αγροτικών συνεταιρισμών 2810/2000, συντάχθηκε το προσχέδιο για έναν γενικό συνεταιριστικό νόμο, ως ένα προτεινόμενο μοντέλο ενοποίησης και κωδικοποίησης του συνόλου των συνεταιριστικών νόμων.

Το προσχέδιο προτείνει μεταξύ άλλων:

◼ την κατοχύρωση του διεθνούς ορισμού περί συνεταιρισμών, των συνεταιριστικών αξιών και αρχών,

◼ τη σύσταση των συνεταιρισμών με την ίδια διαδικασία, όρους και προθεσμίες, μειώνοντας τον ελάχιστο αριθμό μελών.

◼ την υπαγωγή όλων των συνεταιρισμών στην ίδια εποπτική αρχή και σε έναν έλεγχο προσανατολισμένο στη συνεταιριστική επιχείρηση από ειδικευμένους ελεγκτές.

◼ τη δυνατότητα δημιουργίας δευτεροβάθμιων, τριτοβάθμιων ενώσεων με μέλη ομοειδείς ή μη συνεταιρισμούς και σύστασης της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Συνεταιριστικών Οργανώσεων, που θα εκπροσωπεί το συνεταιριστικό κίνημα στο σύνολο του.

Απώτερος σκοπός του προσχεδίου είναι η προαγωγή της ενότητας του συνεταιριστικού κινήματος και η διαμόρφωση της αντίληψης ότι ο συνεταιρισμός δεν αποτελεί ένα διασπασμένο σύνολο ετερόκλητων ομάδων, αλλά έναν ενιαίο θεσμό, που διέπεται από κοινές αξίες και αρχές.

*(PhD), καθηγήτρια-σύμβουλος ΕΑΠ, ειδική επιστήμονας, ΔΠΘ