Το φορολογικό πλαίσιο των δωρεών και χορηγιών για κοινωφελείς σκοπούς στην Ελλάδα


Η ιστοσελίδα koinsep.org αποτελεί μια πλατφόρμα ενημέρωσης και υποστήριξης για Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις (ΚοινΣΕπ) και φορείς της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας στην Ελλάδα. Παρέχει πληροφορίες για την ίδρυση και διαχείριση ΚοινΣΕπ, όπως οδηγούς, νέα για επιδοτήσεις, νομικές και φορολογικές συμβουλές, καθώς και επικαιροποιημένα θέματα για τη λειτουργία τους. Απευθύνεται σε επαγγελματίες και πολίτες που επιθυμούν να συμβάλλουν στην κοινωνική οικονομία, ενισχύοντας την τοπική ανάπτυξη και τις κοινωνικές δράσεις και λειτουργει μέχρι σήμερα ανελλιπώς από το 2012


Εάν αποφασίσετε την δημιουργία της δικής σας ΚοινΣΕπ και έχετε μια καλή ιδέα που πληροί τα κριτήρια του νόμου 4430/2016 ελάτε σε επαφή μαζί μας από εδώ για να σας βοηθήσουμε με την 12χρονη εμπειρία μας στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας και στην Δημιουργία άνω των 670 Επιτυχημένων ΚοινΣΕπ


Στο Ελληνικό φορολογικό δίκαιο, όπως και σε άλλα συστήματα, προβλέπονται ειδικές ευεργετικές διατάξεις σχετικά με την χρηματοδότηση κοινωφελών σκοπών που επιδιώκονται συστηματικά από ιδιωτικούς ή δημόσιους φορείς. Προκειμένου να γίνει κατανοητή η ευεργετική αυτή μεταχείριση είναι απαραίτητο, σαν εισαγωγή, να παραθέσουμε τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για τις δωρεές, όταν αυτές δεν αφορούν κοινωφελείς σκοπούς, δηλαδή να γνωρίσουμε τον κανόνα προτού μάθουμε την εξαίρεση.

Η φορολογία των κληρονομιών και δωρεών στην Ελλάδα υπάρχει από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του ελληνικού Κράτους. Μετά από διαδοχικές τροποποιήσεις η βασική κωδικοποίηση της νομοθεσίας έγινε με το Ν.. 2961/2001. Ο Νόμος αυτός έχει υποστεί διάφορες μεταρρυθμίσεις και τροποποιήσεις, με πιο πρόσφατες αυτές των διατάξεων του Ν. 3842/2010 και του Ν.3943/2011.

Η γενική διάταξη του άρθρου 1 του ν. 2961/2001 προβλέπει ότι:

«1. επιβάλλεται φόρος στις περιουσίες που αποκτήθηκαν αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας και στα κέρδη από λαχεία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο.

2. Στο φόρο υπόκειται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο αποκτά περιουσία από κάποια αιτία από αυτές που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο.»

Η ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΩΝΤΑΙ ΑΙΤΙΑ ΔΩΡΕΑΣ

Στα άρθρα 34-45 του Ν.2961/2001 περιλαμβάνονται οι επιμέρους ειδικές διατάξεις που αφορούν τη φορολογία περιουσιών που αποκτώνται αιτία δωρεάς (και γονικής παροχής).

Με το άρθρο 35 του νόμου ορίζεται ειδικότερα η περιουσία που υπόκειται στο φόρο δωρεών και είναι η εξής:

α) η κείμενη στην Ελλάδα οποιασδήποτε φύσεως (κινητή και ακίνητη) περιουσία που δωρίζεται, β) η κείμενη στην αλλοδαπή κινητή γενικά περιουσία Έλληνα υπηκόου, που δωρίζεται, γ) η κείμενη στην αλλοδαπή κινητή γενικά περιουσία αλλοδαπού υπηκόου, που δωρίζεται σε ημεδαπό ή αλλοδαπό, ο οποίος έχει την κατοικία του στην Ελλάδα […].

Υπόχρεος στο φόρο είναι πάντοτε ο λήπτης της δωρεάς, ο δωρεοδόχος (άρθρο 38 Ν.2961/2001). Η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά το χρόνο της σύνταξης του εγγράφου της δωρεάς. Προκειμένου για μεταβίβαση κινητών, αν η παράδοση του αντικειμένου της δωρεάς έγινε χωρίς να συνταχθεί συμβόλαιο ή αν το συμβόλαιο συντάχθηκε μετά την παράδοση του αντικειμένου της δωρεάς, η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά το χρόνο της παράδοσης. Σε περίπτωση δωρεάς αιτία θανάτου η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά το χρόνο θανάτου του δωρητή, εφόσον δεν υπάρχει κάποια άλλη αναβλητική αίρεση.

Η φορολόγηση της περιουσίας, πλην των χρηματικών ποσών, που αποκτάται αιτία δωρεάς, η οποία απομένει μετά από τυχόν εκπτώσεις και απαλλαγές που προβλέπονται στα άρθρα 41 και 43 είναι συνάρτηση της αξίας της και της συγγενικής σχέσης του δωρητή και του δωρεοδόχου εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου προβλέπεται αυτοτελής φορολόγηση, ανεξαρτήτως σχέσεως δωρητή-δωρεοδόχου (ίδετε κατωτέρω). Ο φόρος αυτός υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 (ήτοι οι διατάξεις περί φόρου κληρονομιών), που εφαρμόζονται ανάλογα.

Οι συγγενικές σχέσεις διακρίνονται σε τρεις (3) κατηγορίες, ήτοι ;

-Α’ κατηγορία: σύζυγος, σύντροφος με σύμφωνο συμβίωσης, κατιόντες α’ βαθμού, κατιόντες εξ αίματος β’ βαθμού και ανιόντες εξ αίματος α’ βαθμού. -Β’ κατηγορία: κατιόντες εξ αίματος γ’ και επόμενων βαθμών, ανιόντες εξ αίματος β’ και επόμενων βαθμών, τα εκούσια ή δικαστικά αναγνωρισθέντα τέκνα έναντι των ανιόντων του πατρός που τα αναγνώρισε, οι κατιόντες του αναγνωρισθέντος έναντι του αναγνωρίσαντος και των ανιόντων αυτού, οι αδελφοί (αμφιθαλείς και ετεροθαλείς), οι συγγενείς εξ αίματος γ’ βαθμού εκ πλαγίου, οι πατριοί και οι μητριές, τα τέκνα από προηγούμενο γάμο του συζύγου, τα τέκνα εξ αγχιστείας (γαμπροί-νύφες) και οι ανιόντες εξ αγχιστείας (πεθεροί-πεθερές). -Γ’ κατηγορία: οποιοσδήποτε άλλος εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγγενής ή εξωτικός.

Ο επιβαλλόμενος φόρος, ανάλογα με τη σχέση δωρητή-δωρεοδόχου διακρίνεται:

Κατ’ εξαίρεση, η αιτία δωρεάς κτήση χρηματικών ποσών υπόκειται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται αυτοτελώς με συντελεστή 10%, προκειμένου για δικαιούχους που υπάγονται στην Α’ κατηγορία, με συντελεστή 20%, προκειμένου για δικαιούχους που υπάγονται στη Β’ κατηγορία και με συντελεστή 40%, προκειμένου για δικαιούχους που υπάγονται στη Γ’ κατηγορία.

ΟΙ ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΩΡΕΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ Ν. 2961/2001

Σύμφωνα με το άρθρο 43 Ν.2961/2001 (απαλλαγές από το φόρο), απαλλάσσονται τόσο από το φόρο δωρεάς, όσο και από την υποχρέωση υποβολής των οικείων δηλώσεων φόρου:

α) οι δωρεές χρηματικών ποσών ή άλλων κινητών περιουσιακών στοιχείων από ανώνυμους και μη δωρητές, εφόσον οι δωρεές αυτές διοργανώνονται σε πανελλαδικό επίπεδο με την πρωτοβουλία φορέων για σκοπούς αποδεδειγμένα φιλανθρωπικούς και

β) οι δωρεές των κάθε φύσεως περιουσιακών στοιχείων που καταρτίζονται μεταξύ των εκκλησιαστικών προσώπων της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 25 (ήτοι : οι ιεροί ναοί, οι ιερές μονές, το Ιερό Κοινό του Πανάγιου Τάφου, η Ιερά Μονή του όρους Σινά, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, η Εκκλησία της Κύπρου, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας).

Επίσης, κατ’ άρθρο 43 παρ. Γ’ Ν.2961/2001 (λοιπές απαλλαγές), απαλλάσσονται ομοίως από το φόρο, αλλά προφανώς όχι και από την υποχρέωση υποβολής δήλωσης και οι κτήσεις από τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 25, όπως τροποποιήθηκε δια του Ν.3842/2010 και ισχύει, ήτοι :

α) το Δημόσιο, οι λογαριασμοί που δημιουργούνται υπέρ του Δημοσίου και

β) οι αλλοδαποί με τον όρο της αμοιβαιότητας, εφόσον προβλέπεται απαλλαγή τους από το φόρο με διεθνείς συμβάσεις. Αν στη νομοθεσία του αλλοδαπού κράτους δεν προβλέπεται πλήρης απαλλαγή, αλλά υπαγωγή σε ελαφρύτερη φορολογία με τον όρο της αμοιβαιότητας, η φορολογητέα στην Ελλάδα κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία φυσικού ή νομικού προσώπου, που έχει την ιθαγένεια του ξένου αυτού κράτους, υπόκειται σε ελαφρύτερο φόρο αντίστοιχο προς εκείνο που επιβάλλεται από το ξένο αυτό κράτος.

Επίσης, απαλλάσσονται από το φόρο δωρεάς οι χωρίς αντάλλαγμα παραχωρήσεις κινητών ή ακινήτων του Δημοσίου, δήμων ή κοινοτήτων και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

ΑΥΤΟΤΕΛΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΚΤΗΣΕΩΝ ΑΙΤΙΑ ΔΩΡΕΑΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. Β’ Ν.2961/2001 (απαλλαγές από το φόρο), οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 25 (για τις κληρονομιές) εφαρμόζονται ανάλογα και στις κτήσεις αιτία δωρεάς.

Σύμφωνα δε με την ως άνω αναφερόμενη παρ. 3 άρθρου 25 Ν.2961/2001, υπόκεινται σε αυτοτελή φορολόγηση , κατά τις διατάξεις της παρ. 5 άρθρου 29, οι κτήσεις, εφόσον δικαιούχοι (δωρεοδόχοι) είναι:

α) τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις, οι δήμοι, οι κοινότητες, οι ιεροί ναοί, οι ιερές μονές, το Ιερό Κοινό του Πανάγιου Τάφου, η Ιερά Μονή του όρους Σινά, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, η Εκκλησία της Κύπρου, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας και

β) τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα, τα οποία υπάρχουν ή συνιστώνται νόμιμα στην Ελλάδα, καθώς και τα αντίστοιχα αλλοδαπά με τον όρο της αμοιβαιότητας και οι περιουσίες του άρθρου 96 του Α.Ν 2039/1939 , εφόσον επιδιώκουν αποδεδειγμένα σκοπούς εθνωφελείς ή θρησκευτικούς ή σε ευρύτερο κύκλο φιλανθρωπικούς ή εκπαιδευτικούς ή καλλιτεχνικούς ή κοινωφελείς κατά την έννοια του άρθρου 1 του Ν. 2039/1939.

Σύμφωνα δε με το άρθρο 29 παρ. 5, στο οποίο παραπέμπει ευθέως η ως άνω διάταξη, «η αιτία θανάτου κτήση χρηματικών ποσών από τα πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 25 υπόκειται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται αυτοτελώς με συντελεστή πέντε δέκατα τοις εκατό (0,5%). Η αιτία θανάτου κτήση των λοιπών περιουσιακών στοιχείων από τα πρόσωπα αυτά υπόκειται σε φόρο ο οποίος υπολογίζεται αυτοτελώς με συντελεστή 0,5%».

Στο ποσό του φόρου που προκύπτει περιλαμβάνονται και : α)ποσοστό 3% υπέρ των δήμων και κοινοτήτων, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 50 του Β.Δ 24/9-20.10.1958 (ΦΕΚ 171 Α’ ) και β) ποσοστό 7% που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν.3155/1955 (ΦΕΚ 63 Α’ ). Η απόδοση των ποσοστών αυτών γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 81 του παρόντος. Σύμφωνα με την τελευταία αυτή διάταξη οι φόροι υπέρ δήμων και κοινοτήτων και νομαρχιακών ταμείων οδοποιίας, που περιέχονται σε δημόσιο φόρο, καθώς και τα δικαιώματα υπέρ τρίτων αποδίδονται, όπως ειδικότερα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

Οι χρηματικές δωρεές προς τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 25 υπόκεινται στο φόρο που προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 29 –ήτοι σε αυτοτελή φορολόγηση με συντελεστή 0,5%- μετά την αφαίρεση αφορολογήτου ποσού χιλίων (1.000,00€) ευρώ κατ’ έτος (άρθρο 43 παρ. Β’ περ. α’ εδάφιο 2ο Ν.2961/2001).

Η EΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΟΤΗΤΑΣ

Η αμοιβαιότητα, που συνιστά μια συχνά απαντώμενη έννοια του ελληνικού φορολογικού δικαίου, εδώ έχει την έννοια ότι αλλοδαπό κοινωφελές ίδρυμα μπορεί να τύχει της απαλλαγής ή της μειωμένης αυτοτελούς φορολόγησης στην Ελλάδα για δωρεά που λαμβάνει, εφόσον στο κράτος καταγωγής του, τα ομοειδή αντίστοιχα ημεδαπά (Ελληνικά) νομικά πρόσωπα μπορούν και απολαμβάνουν της ίδιας ευνοϊκής αντιμετώπισης, και από νομοθετικής απόψεως (εξ’ ου και η «νομοθετική αμοιβαιότητα»), αλλά και από απόψεως της εν τοις πράγμασι εφαρμογής αυτής («πραγματική αμοιβαιότητα»). Δηλαδή, γίνεται δεκτό ότι αμοιβαιότητα υφίσταται όχι μόνο όταν στο αλλοδαπό κράτος έχουν θεσπισθεί ρητοί κανόνες περί απαλλαγής των ημεδαπών νομικών προσώπων από την υποχρέωση καταβολής φόρου δωρεάς, αλλά

Η έννοια αυτή ικανοποιείται και με τη συνδρομή της ουσιαστικής (πραγματικής) αμοιβαιότητας, εφόσον το αλλοδαπό κράτος εφαρμόζει και στην πράξη την αναφερθείσα απαλλαγή και δεν υποβάλλει πράγματι τα ελληνικά κοινωφελή ΝΠ στην υποχρέωση καταβολής του φόρου. Η ρητή απαλλαγή δεν είναι προαπαιτούμενο, καθώς η αμοιβαιότητα θεωρείται ότι πληρούται ακόμη και στην περίπτωση της μη θεσπίσεως οιουδήποτε βάρους ή σχετικής υποχρέωσης.

Ενδεικτική για την ερμηνεία της έννοιας της αμοιβαιότητας από την ελληνική έννομη τάξη είναι η υπ’ αρ. 420/2002 γνωμοδότηση του Β’ Τμήματος ΝΣΚ (ειδικό νομικό γραφείο φορολογίας), που συνεδρίασε στις 20.06.2002, για να διατυπώσει άποψη επί τεθέντος παρεμφερούς ζητήματος, σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής από το φόρο κληρονομίας αλλοδαπού μη κερδοσκοπικού ΝΠ με έδρα στο Ισραήλ, όπου διατυπώθηκαν τα κάτωθι:

«Όπως γίνεται παγίως δεκτό, ο όρος «αμοιβαιότητα», ο οποίος τίθεται μονομερώς στο εσωτερικό δίκαιο κάποιου κράτους (νομοθετική αμοιβαιότητα), έχει την έννοια ότι το εν λόγω κράτος αναγνωρίζει στους αλλοδαπούς δικαιώματα ή πλεονεκτήματα τότε μόνο, όταν και οι δικοί του πολίτες έχουν την ίδια νομοθετική μεταχείριση στην αλλοδαπή πολιτεία (βλ. ΝΣΚ 55/1981, 1020/1967, ολ. ΝΣΚ 414/1962, Μαριδάκης, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο σελ. 370).Δύναται όμως να θεωρηθεί ότι κατ’ αποτέλεσμα πληρούται ο όρος της αμοιβαιότητας προς απαλλαγή των αλλοδαπών από υποχρεώσεις ή βάρη και στην περίπτωση εκείνη, που η αλλοδαπή πολιτεία δεν έχει παντάπασι θεσμοθετήσει υποχρεώσεις ή βάρη, που απαντούν στην ημεδαπή έννομη τάξη ή έχει προβεί σε γενική νομοθετική κατάργηση αυτών…Η άποψη, η οποία, για τη συνδρομή της αμοιβαιότητας, αξιώνει την εκ μέρους της αλλοδαπής πολιτείας θέσπιση ρητών κανόνων δικαίου, με τους οποίους να παραχωρούνται στους ημεδαπούς όμοιες κατά περιεχόμενο απαλλαγές ή παραχωρήσεις, με αυτές που η ελληνική πολιτεία παραχωρεί στους πολίτες της αλλοδαπής πολιτείας, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής και στην περίπτωση, που στην αλλοδαπή πολιτεία έχει θεσμοθετηθεί γενική απαλλαγή. Και τούτο διότι ευλόγως, εν τοιαύτη περιπτώσει, ειδική νομοθετική πρόβλεψη περί απαλλαγής των αλλοδαπών δεν είναι αναγκαία αλλά ούτε και νοητή».

Στην πράξη, αν και πρόκειται για πρωτίστως διακρατικό ζήτημα, η αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία μπορεί να ζητήσει από τον φορολογούμενο που αιτείται της απαλλαγής του από την καταβολή φόρου δωρεάς, κατ’ επίκληση του όρου της αμοιβαιότητας, να της προσκομίσει ο ίδιος επίσημο έγγραφο της αλλοδαπής αρχής, από το οποίο να προκύπτει αδιαμφισβήτητα η πλήρωση του όρου της αμοιβαιότητας.

ΥΠΟΒΟΛΗ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΔΩΡΕΑΣ

Κατ’ άρθρο 85 παρ. Α’ Ν.2961/2001, σε σύσταση δωρεών με συμβολαιογραφικό έγγραφο υπόχρεοι για την υποβολή της σχετικής δήλωσης είναι οι συμβαλλόμενοι. Δεν έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν δήλωση τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης Α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 25. Σε δωρεές για τις οποίες δεν καταρτίσθηκε συμβολαιογραφικό έγγραφο καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση, υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης είναι ο δωρεοδόχος.

Η δήλωση, ανεξάρτητα αν οφείλεται ή όχι φόρος, εφόσον καταρτίζεται συμβολαιογραφικό έγγραφο, υποβάλλεται πριν από τη σύνταξη του οικείου συμβολαιογραφικού εγγράφου της δωρεάς. Αν όμως δεν συντάχθηκε συμβολαιογραφικό έγγραφο για τη σύσταση της δωρεάς ή αν αυτό συντάχθηκε στην αλλοδαπή αλλά όχι ενώπιον Ελληνικής Προξενικής Αρχής, η δήλωση σε αυτή την περίπτωση υποβάλλεται μέσα σε έξι (6) μήνες από την παράδοση στο δωρεοδόχο του αντικειμένου της δωρεάς.

Για την παραλαβή των δηλώσεων και τη βεβαίωση του προκύπτοντος φόρου δωρεάς, αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ της περιφέρειας της κατοικίας του δωρητή. Κατ’ εξαίρεση, για την παραλαβή των δηλώσεων και τη βεβαίωση του φόρου για τις χρηματικές δωρεές προς τα πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 25, αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. της περιφέρειας της κατοικίας του δωρεοδόχου (άρθρο 87 παρ. 1 εδαφ.β’ Ν.2961/2001, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 1 στ άρθρου 23 Ν.3943/2011). Αν ο δωρητής κατοικεί στην αλλοδαπή, αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ Κατοίκων Εξωτερικού, ενώ αν το συμβολαιογραφικό έγγραφο καταρτίζεται στην αλλοδαπή ενώπιον Ελληνικής Προξενικής Αρχής, η δήλωση επιδίδεται στον οικείο Πρόξενο, στον οποίο καταβάλλεται και ο φόρος που αναλογεί.

Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΩΡΕΩΝ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

Η ΔΩΡΕΑ ΩΣ ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

Από τις διατάξεις των άρθρων 15 έως 19 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 2238/1994) προβλέπεται ότι όταν το συνολικό ποσό ορισμένων δαπανών διαβίωσης του φορολογούμενου ξεπερνά το δηλωθέν εισόδημά του, η διαφορά τους λογίζεται ως εισόδημα. Στο άρθρο 17, το οποίο απαριθμεί τις δαπάνες που αποτελούν τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων περιλαμβάνονται και οι δωρεές και χορηγίες χρηματικών ποσών οι οποίες υπερβαίνουν ετησίως τα τριακόσια (300,00) ευρώ.

Παλαιότερα, εξαιρούνταν από τις ως άνω διατάξεις μόνο οι δωρεές και χορηγίες προς το Δημόσιο, τους δημόσιους οργανισμούς και προς ιδρύματα ιδιωτικού δικαίου που είχαν οικονομική εξάρτηση από το Δημόσιο. Αυτό αποτελούσε σοβαρό αντικίνητρο για όσους επιθυμούσαν να δωρίσουν ποσά σε αμιγώς ιδιωτικά κοινωφελή ιδρύματα, οποιοδήποτε ποσό δωρεάς άνω των τριακοσίων ευρώ θα μπορούσε να προσαυξήσει το φορολογητέο τους εισόδημα και άρα τον συνολικό φόρο που θα έπρεπε να καταβάλλουν.

Με την παράγραφο 3 του άρθρου 32 Ν. 3296/2004 εξαιρέθηκαν και δεν θεωρούνται πλέον τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων οι δωρεές ή χορηγίες ανεξαρτήτως ποσού προς τα «κοινωφελή ιδρύματα, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα έχουν συσταθεί ή συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, καθώς και τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα υπάρχουν ή συνιστώνται, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς.»

ΈΚΠΤΩΣΗ ΔΑΠΑΝΩΝ ΑΠΟ ΔΩΡΕΕΣ ΚΑΙ ΧΟΡΗΓΙΕΣ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

Σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 3 του Ν.2238/1994 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος), όπως τροποποιήθηκε πρόσφατα με το άρθρο 1 Ν. 4110/2013 και ισχύει, τα ποσά των φόρων που προκύπτουν σύμφωνα με την περίπτωση α’ της παρ. 1 και την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου, μειώνονται κατά ποσοστό 10% για κάθε καταβαλλόμενη από τις κάτωθι –μεταξύ άλλων- δαπάνες:

Των χρηματικών ποσών που καταβάλλονται από το φορολογούμενο λόγω δωρεάς προς:

α)Τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, το Εθνικό Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής, τους ιερούς ναούς, τις ιερές μονές του Αγίου όρους, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, την Ιερά Μονή

Σινά, την Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, τα δημοτικά νοσοκομεία και τα νοσοκομεία που είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό

β) τα κοινωφελή ιδρύματα, τα σωματεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που παρέχουν υπηρεσίες εκπαίδευσης και χορηγούν υποτροφίες, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα έχουν συσταθεί ή συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, τους ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς που διέπονται από το Ν. 1514/1985 (Α’ 13) και τα ερευνητικά κέντρα που αποτελούν ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και

γ) τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα υπάρχουν ή συνιστώνται, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς. Πολιτιστικοί σκοποί είναι, ιδίως, η καλλιέργεια, προαγωγή και διάδοση των γραμμάτων, της μουσικής, του χορού, του θεάτρου, του κινηματογράφου, της ζωγραφικής, της γλυπτικής και των τεχνών γενικότερα, καθώς και η ίδρυση, επέκταση και συντήρηση των αναγνωρισμένων ιδιωτικών μουσείων, όπως τέχνης, φυσικής ιστορίας, εθνολογικών και λαογραφικών.

Τα άνω ποσά των δωρεών και των χορηγιών λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον έχουν κατατεθεί σε ειδικό λογαριασμό του νομικού προσώπου, που πρέπει να ανοιχθεί για το σκοπό αυτό σε πιστωτικό ίδρυμα που νόμιμα λειτουργεί στην Ελλάδα.

Το γραμμάτιο είσπραξης του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδεται πρέπει να αναφέρει τα στοιχεία του δωρητή ή χορηγού και του δωρεοδόχου, το ποσό της δωρεάς ή χορηγίας αριθμητικώς και ολογράφως, την ημερομηνία κατάθεσής του και την υπογραφή του δωρητή ή χορηγού, κατά περίπτωση.

Το συνολικό ποσό των δωρεών και χορηγιών της περίπτωσης αυτής επί του οποίου υπολογίζεται η μείωση δεν μπορεί να υπερβαίνει ποσοστό 5 % του συνολικού εισοδήματος που φορολογείται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις.

Η ανωτέρω μείωση διενεργείται, εφόσον τα ποσά των δωρεών και χορηγιών υπερβαίνουν συνολικά τα εκατό (100,00) ευρώ.

Εννοείται ότι τα χρηματικά ποσά των άνω δωρεών και χορηγιών δεν πρέπει να έχουν εκπέσει με βάση άλλη διάταξη του ΚΦΕ.

Τέλος, οι διατάξεις για τις άνω περιπτώσεις εφαρμόζονται και για δωρεές υπέρ αντίστοιχων κρατικών φορέων και νομικών προσώπων, εγκατεστημένων σε άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε χώρες ΕΟΧ/ΕΖΕΣ.

Η ΕΚΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΔΩΡΕΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΑ ΕΣΟΔΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ

Το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων (ανεξαρτήτως νομικής μορφής) που τηρούν βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (ΠΔ 186/1992) και των φυσικών προσώπων που ασκούν ελευθέριο επάγγελμα εξευρίσκεται

λογιστικά με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των εξόδων που αναφέρονται στο άρθρο 31 του ΚΦΕ. Ο κατάλογος των εξόδων που αναγνωρίζονται προς έκπτωση του άρθρου 31 είναι από τις κατεξοχήν διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας που τροποποιούνται σχεδόν κάθε έτος, με την προσθήκη νέων και την κατάργηση ή τον περιορισμό ήδη υφισταμένων δαπανών. Με την έκπτωση μη παραγωγικών αλλά ακόμα και εικονικών δαπανών πολλοί φορολογούμενοι φοροδιαφεύγουν επιτυγχάνοντας τη μείωση του καθαρού άρα φορολογητέου εισοδήματος. Από την άλλη μεριά, ο φορολογικός ελεγκτής έχει την ευχέρεια να απορρίψει δαπάνες τις οποίες δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα θεωρεί μη παραγωγικές. Για την αποτροπή αυτών των περιπτώσεων έγινε μια προσπάθεια καταγραφής των δαπανών που αναγνωρίζονται προς έκπτωση με υπουργική απόφαση (πολ. 1005/14.1.2005) στις αρχές του 2005. Οι δαπάνες που περιλαμβάνονται σε αυτήν την απόφαση αναγνωρίζονται υποχρεωτικά προς έκπτωση από τις ελεγκτικές υπηρεσίες.

Και στις γενικές διατάξεις του άρθρου 31 και στην αναλυτική «λίστα» της ΠΟΛ. 1005 περιλαμβάνονται κανόνες και περιορισμοί που αφορούν την έκπτωση δωρεών και χορηγιών για κοινωφελείς σκοπούς.

ΟΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 31 Κ.Φ.Ε

1. Οι κατηγορίες των δωρεών που αναγνωρίζονται προς έκπτωση

Οι δωρεές που αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα επιχειρήσεων παρατίθενται στην υποπερίππωση γγ’ του άρθρου 31, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 3 Ν.4110/2013 με την οποία αναγνωρίζονται προς έκπτωση οι κάτωθι δαπάνες:

Α) Τα ποσά που καταβάλλονται λόγω δωρεάς στο Δημόσιο, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, τα ημεδαπά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία που είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, καθώς και το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων.

Β) Η αξία των ειδών διατροφής που δωρίζονται από επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν ή εμπορεύονται τέτοια αγαθά, προς το κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία “ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ – ΙΔΡΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΙΝΑΣ” (ΦΕΚ 540 Β/1995). Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, ως αξία των δωριζομένων ειδών διατροφής λαμβάνεται το κόστος απόκτησης ή παραγωγής τους, κατά περίπτωση και είναι απαραίτητη η έκδοση του προβλεπόμενου. φορολογικού στοιχείου.

Γ) Η αξία των κινητών μνημείων, όπως αυτά ορίζονται από την κείμενη νομοθεσία, που μεταβιβάζονται λόγω δωρεάς στο Δημόσιο ή σε μουσεία αναγνωρισμένα από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, σύμφωνα με την ίδια νομοθεσία.

Δ) Η αξία των ιατρικών μηχανημάτων και των ασθενοφόρων αυτοκινήτων, που μεταβιβάζονται λόγω δωρεάς στα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία που αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.

Ε) Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται μέχρι ποσοστό 10% του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των κερδών που προκύπτουν από ισολογισμούς, λόγω δωρεάς προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα σωματεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που παρέχουν υπηρεσίες εκπαίδευσης και χορηγούν υποτροφίες, τους ιερούς ναούς, τις ιερές μονές του Αγίου Όρους, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, την Ιερά Μονή Σινά, την Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα έχουν συσταθεί ή συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, τους ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς που διέπονται από το Ν. 1514/1985 και του Ν.3653/2008, καθώς και τα ερευνητικά κέντρα που αποτελούν ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και έχουν συσταθεί νόμιμα.

Ζ) Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται μέχρι το ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των κερδών που προκύπτουν από ισολογισμούς, λόγω χορηγίας προς τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα υπάρχουν ή συνιστώνται, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς.

Πολιτιστικοί σκοποί είναι ιδίως, η καλλιέργεια, η προαγωγή και διάδοση των γραμμάτων, της μουσικής, του χορού, του θεάτρου, του κινηματογράφου, της ζωγραφικής, της γλυπτικής και των τεχνών γενικότερα, καθώς και η ίδρυση, επέκταση και συντήρηση των αναγνωρισμένων ιδιωτικών μουσείων, όπως τέχνης, φυσικής ιστορίας, εθνολογικών και λαογραφικών.

Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού καθορίζονται, μετά από έλεγχο του Υπουργείου Πολιτισμού, τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν πολιτιστικούς σκοπούς για την εφαρμογή αυτών των διατάξεων.

2. Οι προϋποθέσεις έκπτωσης των ανωτέρω δωρεών

Η έκπτωση των ως άνω δωρεών γίνεται υπό προϋποθέσεις και περιορισμούς:

Α)Κατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε τράπεζα

Όταν τα ποσά των δωρεών και των χορηγιών με εξαίρεση τις δωρεές που καταβάλλονται στο Δημόσιο, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και στους άλλους δωρεοδόχους της παραγράφου 1 Α, υπερβαίνουν “τα διακόσια ενενήντα (290) ευρώ” ετησίως, λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον έχουν κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε λογαριασμό του νομικού προσώπου που τηρείται σε τράπεζα.

Β)Δωρεά χρηματικών ποσών σε αθλητικά σωματεία

Ειδικώς, τα χρηματικά ποσά (ακόμη και μικρότερα των 290 ΕΥΡΩ), που καταβάλλονται λόγω δωρεάς σε αθλητικά σωματεία, λαμβάνονται υπόψη μόνον εφόσον κατατίθενται σε λογαριασμό στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε Τράπεζα που νόμιμα λειτουργεί στην Ελλάδα και εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, εφόσον υφίστανται τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

ι) Το πρωτότυπο του παραστατικού κατάθεσης του ποσού της δωρεάς. ιι) Αντίγραφο πρακτικού του διοικητικού συμβουλίου περί αποδοχής της δωρεάς, θεωρημένο από τον προϊστάμενο του γραφείου φυσικής αγωγής του νομού της έδρας του σωματείου. ιιι) Αντίγραφο της σελίδας του βιβλίου ταμείου του σωματείου, όπου έχει καταχωρηθεί το ποσό της δωρεάς, θεωρημένο από τον παραπάνω προϊστάμενο του γραφείου φυσικής αγωγής.

Γ)Τα χρηματικά ποσά αυτών των δωρεών και χορηγιών δεν πρέπει να έχουν εκπέσει με βάση άλλη διάταξη του ΚΦΕ.

Δ)Όριο ποσού προς έκπτωση σε σχέση με τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης.

Το συνολικό ποσό των δωρεών που εκπίπτουν δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των καθαρών κερδών που προκύπτουν πριν από την αφαίρεση αυτών των ποσών από τα ακαθάριστα έσοδα της οικείας διαχειριστικής περιόδου. Δηλαδή, με άλλα λόγια, δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση δωρεές όταν οδηγούν σε ζημιά.

Ημερομηνία δημοσίευσης: 05/02/2013

πηγή


Discover more from ΔΙΚΤΥΟ ΚοινΣΕπ

Subscribe to get the latest posts sent to your email.